Share |

Τρίτη 16 Ιουνίου 2015

Η μυθιστορηματική μνήμη του Μίμη Δεσποτίδη


  1. Η λογοτεχνική αντίσταση στην καρδιά της χούντας - Το Ποντίκι

    www.topontiki.gr/article/.../i-logotehniki-antistasi-stin-kardia-tis-hoyntas
    19 Απρ 2013 - Τα τέσσερα ποιήματα μελοποιημένα από τον Μίκη Θεοδωράκη έπειτα από προτροπή του Μίμη Δεσποτίδη, ηγετικής μορφής της Αριστεράς, ...
http://www.real.gr/DefaultArthro.aspx?page=arthro&id=297737&catID=3
https://enthemata.wordpress.com/tag/%CE%BC%CE%B9%CE%BC%CE%B7%CF%83-%CE%B4%CE%B5%CF%83%CF%80%CE%BF%CF%84%CE%B9%CE%B4%CE%B7%CF%83/
http://www.avgi.gr/article/1692268/thanasis-skroumpelos-o-mimis-itan-o-suntrofos-apo-to-mellon-
http://www.lamprakides.gr/blog/?p=1563
http://vassilikos.toposbooks.gr/photosfolder/Proswpahtml/pages/014_jpg.htm
http://eccoci.pblogs.gr/2012/11/50-hronia-zwhs-gia-ton-ekdotiko-oiko-themelio.html
http://www.lifo.gr/mag/features/1888
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=240855
Ο επιμελητής κειμένων μετεωρίζεται ανάμεσα σ' ένα μετά -και σ' ένα πριν-: μετά τον συγγραφέα και πριν από τον αναγνώστη.
Μ' άλλα λόγια μετά τον αποστολέα και πριν από τον παραλήπτη αυτής της ανεξέλεγκτης ανταλλαγής ιδεών και αισθημάτων, στρατηγικής και γύμνιας, λέξεων και σιωπής, άγχους και προσδοκίας. Κι αυτήν ακριβώς τη διαμεσολαβητική λειτουργία, αυτή τη λαθραία χειραψία, αυτή την ενίοτε αμφίθυμη σχέση, που μετεωρίζεται στην κόψη του τυπωθήτω, φιλοδοξούμε να χαρτογραφήσουμε με τη νέα θεματική στήλη μας.
Δώδεκα πρόσωπα, παλαιότερα και νεότερα, που σκύβουν με πάθος και συνέπεια πάνω σε κείμενα τα οποία καλούνται να οικειοποιηθούν με τον τρόπο του αφανούς αναγνώστη πριν παραδοθούν στην ευθύνη του συστηματικού ή του απλού αναγνώστη. Εξού και οι επιμελητές διασταυρώνουν κάτι από τη βάσανο της κριτικής και την απόλαυση της ανάγνωσης - κάτι που στη δεδομένη στιγμή της έκδοσης συνήθως λείπει από τον συγγραφέα, όταν βρίσκεται περικυκλωμένος από ανασφάλειες, κειμενικές και μη.
Στην ιστορία της γραφής περισσεύουν τα παραδείγματα, με θετικό ή αρνητικό πρόσημο, ανάμεσα σε συγγραφείς/«κρυπτοσυγγραφείς», εξάγοντας θυελλώδεις πνευματικές σχέσεις με αβέβαιη κατάληξη. Ταυτόχρονα όμως δεν έχει παρέλθει η εποχή που οι εκδότες ήταν δεινοί αναγνώστες αλλά και συγγραφείς και editors έδιναν ομηρικές μάχες για έναν χαρακτήρα, για μια παράγραφο, για μια λέξη, για μια άνω τελεία, για μια σιωπή;
Ηταν αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση που κόλλησα το «μικρόβιο του βιβλίου». Στις αρχές, που νόμιζα ότι η απουσία των τυπογραφικών λαθών ήταν το άπαν, με είχε κυριεύσει η εμμονή για τη σωστή ορθογραφία, την άψογη σύνταξη, την ομοιομορφία. (Αυτά φαίνονται λίγα, αλλά απαιτούν άπειρες ώρες προσήλωσης, ειδικά αν διορθώνεις συλλογικό τόμο.) Υστερα από ένα διάστημα, με τη μεσολάβηση της Τζένης Μαστοράκη, ο Τίτος Μυλωνόπουλος και η Μυρσίνη Ζορμπά, των εκδόσεων Οδυσσέας, μου ανέθεσαν το βιβλίο Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Μάριο Βίτι. Αυτό ήταν βουτιά στον ωκεανό, αλλά και το πρώτο ουσιαστικό μάθημα για επιμέλεια πια. Και κυρίως η συνειδητοποίηση ότι αυτή η δουλειά δεν έχει ωράρια, ούτε Κυριακές και αργίες. Θυμάμαι τα λόγια του Γιώργου Βαμβαλή, «αν δεις παραμονές εορτών φως σε παράθυρο τις μεταμεσονύκτιες ώρες, ή ράφτης θα είναι ή διορθωτής-επιμελητής».
Αργότερα είχα την τύχη να με πάρει κοντά του ο Μίμης Δεσποτίδης, να εργαστώ στο Θεμέλιο υπό την καθοδήγησή του και υπό την καθοδήγηση του Θόδωρου Μαλικιώση. Εκεί είχαν συγκεντρωθεί σημαντικές προσωπικότητες που ήθελαν να εκδώσουν τα έργα τους στον συγκεκριμένο εκδοτικό οίκο (Φίλιππος Ηλιού, Νίκος Πουλαντζάς, Νίκος Σβορώνος, Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, Πέτρος Μάρκαρης, Σπύρος Ασδραχάς, Νίκος Αλιβιζάτος, Θεόφιλος Βέικος και πολλοί πολλοί άλλοι). Ο Στέφανος Στεφάνου, επιμελητής των Απάντων του Γληνού, ήταν ένα σύμβολο για μας τους νεότερους και ο αξέχαστος τυπογράφος Γιώργος Αργυρόπουλος κατεύναζε τις αγωνίες μας με σοφές συμβουλές και ολύμπια ηρεμία.
Επειτα από χρόνια ανέλαβα την Επιθεώρηση του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών και αργότερα συνεργάστηκα με το ΜΙΕΤ, όταν διευθυντής του ήταν ο Ε.Χ. Κάσδαγλης και κολόνες η Αντιγόνη Φιλιπποπούλου και η Κοραλία Σωτηριάδου. Μέσω ΜΙΕΤ γνώρισα έναν σπουδαίο τυπογράφο, τον Χρίστο Μανουσαρίδη, και τους άψογους μονοτύπες αδελφούς Παληβογιάννη. Την ώρα που στοιχειοθετούσαν, παρακολουθούσαν με άγρυπνο μάτι το κείμενο και προλάβαιναν αβλεψίες των επιμελητών.
Από τότε πέρασαν πολλά χρόνια, είναι μεγάλη η λίστα των προσώπων που συνάντησα (οι σημειώσεις από τη συνεργασία μου με τον Γ.Π. Σαββίδη θα αποτελούσαν ύλη ενός πανεπιστημιακού έτους, το ίδιο και οι σημειώσεις από τη συνεργασία μου με έναν από τους καλύτερους Ελληνες επιμελητές, τον Νάσο Δετζώρτζη).
Ετσι έμαθα να ζω πάντα σε σχέση με τη δουλειά μου. Δεν είναι μονομέρεια, είναι τρόπος ζωής. Πολλές φορές έχω σκεφτεί λύσεις σε άσχετο τόπο και χρόνο, στο σινεμά ας πούμε. Η πρώτη, αθώα, αλλά σοβαρή ανάγνωση μου υποδεικνύει τις ανάγκες του κειμένου, άλλωστε έχω εφεύρει έναν μηχανισμό που μου απαγορεύει τις προκαταλήψεις. Το να ξεφύγουν κάποια τυπογραφικά λάθη είναι μικρό το κακό, γίνεται τεράστιο όμως όταν υπάρχουν παρανοήσεις και ασάφειες. Σίγουρα, ένα κακό βιβλίο δεν γίνεται καλό, όποιος επιμελητής και αν το δουλέψει. Το πολύ πολύ να γίνει λιγότερο κακό. Η δουλειά μας δεν είναι η κριτική του βιβλίου, η απόφαση της έκδοσης αφορά αποκλειστικά τον εκδότη. Πιστεύω, επίσης, κάτι που είχε πει μετά λόγου γνώσεως ο Αιμίλιος Καλιακάτσος, «ο επιμελητής δεν είναι υποκατάστατο του συγγραφέα, υπάρχουν στεγανά αρμοδιοτήτων». Και ακόμα πως ο επιμελητής δεν είναι τιτλοποιός ανάλογα με τη μόδα, ούτε έχει καθήκον να κατευθύνει τον συγγραφέα σε θέματα και μορφές της επικαιρότητας. Θυμάμαι τον αναποτελεσματικό αγώνα των εκδοτικών οίκων να αντιγράψουν σαν συνταγή τον ασυνήθιστο τίτλο του Ιούδα που φιλούσε υπέροχα, πιστεύοντας ότι έτσι θα εξασφάλιζαν τις αντίστοιχες πωλήσεις.
Τελευταία συζητήθηκε η παρέμβαση της γερμανίδας επιμελήτριας του Πέτρου Μάρκαρη στο βιβλίο του Παλιά, πολύ παλιά. Του ζήτησε να διαφοροποιήσει το τέλος, μόνο και μόνο γιατί το ζήτημα των Ποντίων είναι άγνωστο στο γερμανικό κοινό και αυτό θα δημιουργούσε πρόβλημα στην κυκλοφορία του βιβλίου. Δεν είχε να κάνει με την καθαυτό αξία του βιβλίου. Αρα, το πολυσυζητημένο θέμα είναι ανύπαρκτης σημασίας, άλλωστε δεν μπορώ να φανταστώ πώς ένας συγγραφέας σαν τον Μάρκαρη δεν θα ήξερε να βάλει τέλος στο βιβλίο του.
Το μεγάλο βάσανο στη δουλειά μας είναι η έλλειψη χρόνου. Ποτέ δεν είναι αρκετός. Ζητήματα δομής, περικοπής ή ανάπτυξης, χαρακτήρων, διαλόγων, περιγραφών κ.λπ., κ.λπ., δεν αντιμετωπίζονται σε λίγες μέρες. Πολύ περισσότερο που εγκλωβιζόμαστε στην απόλυτα αντιπαραγωγική διαδικασία, χάνοντας άπειρες πολύτιμες ώρες, να κυνηγάμε σωστούς ορθογραφικούς τύπους ανάμεσα στο πολυτονικό (με βαρείες ή όχι), στο μονοτονικό, στον Μπαμπινιώτη, στο Ιδρυμα Τριανταφυλλίδη και σε συστήματα εκδοτικών οίκων που έχουν δημιουργήσει ορθογραφικά κοκτέιλ από διάφορα λεξικά. Μα τα βιβλία δεν απευθύνονται άραγε σε ένα αναγνωστικό κοινό που έχει διδαχτεί την επίσημη γραμματική του σχολείου; Αραγε δεν επαρκεί για την εξυπηρέτηση της γραπτής διατύπωσης; Για προβλήματα που αφορούν εκδοτικά ζητήματα, βρίσκω καταφύγιο στον Γιάννη Χάρη.
Για μένα ωραία είναι τα βιβλία που σε κάνουν να σκέφτεσαι διαφορετικά, και η όποια συνεισφορά μου σε κάποια από αυτά μου προσφέρει μεγάλη ικανοποίηση. Σαν συμπέρασμα της μακριάς μου διαδρομής στο χώρο του βιβλίου, πιστεύω ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει πάρα πολύ, αλλά δυστυχώς δεν καλυτέρεψαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου