Ακολουθεί η εισήγηση του Μίκη Θεοδωράκη στο Συμπόσιο με θέμα "Μουσική και Συμπαντική Αρμονία", που διοργάνωσε το Τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών της φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης στις 10 Μαρτίου 2006...
Τα πρώτα χρόνια της ζωής μου από τα 1925 έως τα 1930 τα έζησα στη Λέσβο. Το σπίτι μας ήταν πλάι στη θάλασσα και τα βράδια συνηθίζαμε να κοιμόμαστε στο ύπαιθρο κάτω από τον έναστρο ουρανό. Ο πατέρας μου, που τον ενδιέφερε η αστρονομία, αν και ήμουν πολύ μικρός, επέμενε να μου μιλά για τα ουράνια σώματα, τους αστερισμούς και τους γαλαξίες, έτσι που τελικά ο ουράνιος θόλος να χαραχτεί βαθιά μες στην ψυχή μου και να γίνει αναπόσπαστο μέρος του θυμικού και στη συνέχεια του πνευματικού μου κόσμου.
Έτσι ο χάρτης με τον Γαλαξία του μουσικού μου έργου θα πρέπει να θεωρηθεί ως η αντανάκλαση εκείνου που χαράχτηκε στην παιδική μου ψυχή και που όπως αποδείχθηκε δεν ήταν για μένα μια απλή εικόνα με άστρα, αλλά κάτι το πολύ βαθύτερο που έφτανε στα μύχια του εαυτού μου, που με αναστάτωνε. Όσο ωρίμαζα, συνειδητοποιούσα όλο και πιο πολύ ότι μετουσιωνόταν μέσα μου σε μια θάλασσα μουσικής που μου ζητούσε να ανακαλύπτω κάθε φορά κάποιες από τις αναρίθμητες μορφές της και να τις δίνω μια συγκεκριμένη μουσική υπόσταση.
Έτσι οδηγήθηκα στο να ακούω είτε να νομίζω ότι ακούω, όπως ο Πυθαγόρας, τη μουσική των πλανητών και των ουρανίων σφαιρών, για να καταλήξω στην διατύπωση της θεωρίας μου για την Συμπαντική Αρμονία, η οποία όμως στην ουσία επαναλάμβανε όσα είχαν ήδη αποκαλύψει οι Πυθαγόρειοι πριν από 2.500 χρόνια. Ασυγχώρητοβεβαίως από μία πλευρά είναι το ότι δεν γνώριζα τότε ακόμη (ήμουν 16 χρονών) τον Πυθαγόρα και την θεωρία του {τον ανακάλυψα αργότερα), αξιοσημείωτο όμως -ας μου επιτραπεί να πω- είναι το ότι κατέληξα έστω και μετά 2.500 χρόνια στα ίδια συμπεράσματα εντελώς μόνος, οδηγημένος βασικά από τις δικές μου εμπειρίες, τις οποίες απέκτησα γράφοντας μουσική.
Κατ' αρχήν ο τρόπος με τον οποίο οδηγήθηκα στον δρόμο της μουσικής σύνθεσης υπήρξε προ παντός βιωματικός, με συμπτώματα ψυχοσωματικά, τα οποία με συνόδευσαν από την ηλικία των 12 ετών έως τα 77 μου χρόνια, τότε που τελείωνα την σύνθεση της «Λυσιστράτης». Παρ' ό,τι πιστεύω ότι τίποτα δεν είναι προαποφασισμένο και αναπόφευκτο στην αέναη αλληλεπίδραση φύσης και περιβάλλοντος, πρέπει να πω ότι η τυχαία αποκάλυψη της μουσικής με την απόκτηση ενός βιολιού με βοήθησε να ξεπερνώ αυτές τις τακτικές «κρίσεις» γράφοντας κατ' αρχήν τραγούδια και στη συνέχεια συμφωνικά έργα. Το βιολί με οδήγησε στην θεωρία της Μουσικής και έτσι επετεύχθη η απαραίτητη συνεργασία μεταξύ ψυχής και αισθήσεων από τη μια και μυαλού, λόγου και γνώσεων από την άλλη. Κατά το αρχικό στάδιο, που θα ονομάσω στάδιο της γενέσεως της μουσικής μέσα από το ηχητικό χάος, είχα την αίσθηση ότι η πρωτογενής μουσική ύλη που κατέγραφα ήταν το αποτέλεσμα μιας ουσιαστικής ένωσης ανάμεσα σε μένα και στη συμπαντική αρμονία που με περιβάλλει. Γι' αυτόν τον λόγο κάθε περίοδος γονιμοποιήσεως είχε μέσα της τα στοιχεία της αγωνίας, της οδύνης, της έκστασης και της υπέρβασης. Και όταν κάποτε περνούσα στο παραλήρημα, τότε οι ήχοι των πλανητών προέβαλλαν μέσα μου ευκρινώς, προκαλώντας μου ένα μαγικό δέος, που με γέμιζε με ακαθόριστη, σχεδόν νεφελώδη ευτυχία και πληρότητα, που ήταν η ίδια η γονιμότητα και συγχρόνως η θεϊκή αίσθηση ότι ενώνομαι με το Κέντρο της Συμπαντικής Αρμονίας, ωσάν να ήταν αυτός ο κύριος λόγος της ύπαρξης μου.
Αναρωτιέμαι μήπως κάθε μουσικός δημιουργός «ακούει», έστω κι αν δεν το έχει συνειδητοποιήσει, τον ήχο από την συμπαντική αρμονία και να την καταγράφει, μιας και είμαι βέβαιος ότι ο καλλιτέχνης δεν είναι παρά ένα όργανο στην υπηρεσία αυτού του Θείου Νόμου.
Ακολούθησε η περίοδος της ξένης κατοχής (1941-44). Ήταν τότε μια εποχή που άρχιζα να βυθίζομαι όλο και πιο πολύ μέσα στη μουσική. Την 'Ανοιξη του 1941 μπήκαν τα ξένα στρατεύματα, Γερμανοί και Ιταλοί στην μικρή μας πόλη, την Τρίπολη, στο κέντρο της Πελοποννήσου. Η Ελλάδα εισήρχετο στην Μεγάλη Νύχτα και μαζί της κι εγώ. Αποκομμένος από την Αθήνα, όπου υπήρχαν τα μεγάλα Ωδεία για να σπουδάσει κανείς, ήμουν υποχρεωμένος να ανακαλύπτω μόνος μου με μόνη βοήθεια το βιολί μου την θεωρία και τους Νόμους της Μουσικής, Παράλληλα υπήρχαν τα βιβλία από τα οποία την μεγαλύτερη εντύπωση μου έκαναν οι αρχαίοι τραγικοί ποιητές και φιλόσοφοι, καθώς και οι νεοέλληνες ποιητές (Σολωμός, Παλαμάς, Καβάφης, Ρίτσος).
Τέλος γοητευμένος από τον Ιησού Χριστό και την διδασκαλία του, πήγαινα συχνά στην εκκλησία, όπου στην αρχή συμμετείχα στην χορωδία για να κάνω στα 1942 το δικό μου χορωδιακό σύνολο για το οποίο κάθε Κυριακή συνέθετα καινούρια εκκλησιαστικά έργα. Κάποτε συνειδητοποίησα ότι το «αγαπάτε αλλήλους», δηλαδή η Αγάπη, είναι η συνεκτική πεμπτουσία της Αρμονίας, γεγονός που με έφερε πιο κοντά στον Χριστιανισμό.
Τα γράφω αυτά για να οριοθετήσω το πνευματικό και το ψυχικό μου στίγμα και να εξηγήσω πώς οδηγήθηκα στην αποκάλυψη της Συμπαντικής Αρμονίας. Έτσι ανακάλυψα εντελώς μόνος τις μουσικές κλίμακες και τις αρμονίες της μουσικής, γεγονός που μου προκαλούσε ένα περίεργο συναίσθημα, λες και δημιουργούσα ο ίδιος έναν δικό μου κόσμο, μιας και ως τότε η ύπαρξη και τα έργα των μεγάλων συνθετών μου ήταν άγνωστα. Όμως αυτή η ψευδαίσθηση ότι τάχα ανακαλύπτω έναν νέο κόσμο εντελώς δικό μου, πολλαπλασίασε μέσα μου τις όποιες δημιουργικές μου δυνάμεις και με οδήγησε στη βεβαιότητα ότι επικοινωνώ με κάποιο αρχέτυπο αρμονίας και μουσικής, που μας περιβάλλει χωρίς να το γνωρίζουμε.
Παράλληλα μελετώντας τα βιβλία αστρονομίας που υπήρχαν στη βιβλιοθήκη μας, ξαναγύρισα στις αναμνήσεις του παιδιού που ήμουν τότε που ξαπλωμένος κάτω από τον ουράνιο θόλο του Αυγούστου στη Λέσβο, άκουγα τον πατέρα μου να μιλά για τα άστρα και τους αστερισμούς. Έτσι άρχισα να νοιώθω κάποια απροσδιόριστη σχέση ανάμεσα στο άπειρο και τον δικό μου μουσικό κόσμο, που τότε ανακάλυπτα. Καθώς έγραφα στο πεντάγραμμο μελωδίες που μόλις έβγαιναν μέσα από το τίποτα, τις θεωρούσα σαν ένα μικρό δώρο, αλλά ταυτόχρονα και κάτι που αντανακλά ένα μουσικό - αρμονικό αρχέτυπο έξω από εμένα. Τέλος με την εξάσκηση και την ολοκληρωτική βύθιση στα μύχια της ψυχής μου συνειδητοποιούσα ότι με περιβάλλει ένας ωκεανός ήχων και αρμονιών και ότι το μόνο που είχα να κάνω ήταν να θυμάμαι μετά από κάθε περίοδο έκστασης ποια καινούρια μουσική ιδέα είχε καταγραφεί στο μυαλό μου. Έπρεπε όμως γι' αυτό να κατακτώ καθημερινά καινούριες τεχνικές και μέσα μουσικής έκφρασης, με άλλα λόγια να προχωρώ στο βάθος της επιστήμης της Μουσικής ως ενός σημαντικού και αναπόσπαστου μέρους της Μουσικής Τέχνης.
Δεν ήταν όμως μονάχα η μουσική που με απασχολούσε και με ενδιέφερε τότε αλλά και η μεταφυσική, η θρησκεία και η φιλοσοφία. Η απάντηση στο ερώτημα που θέτει ο κάθε έφηβος στον εαυτό του: «ποιος είμαι, από πού έρχομαι και πού πάω», έπαιρνε τώρα για μένα ένα νέο περιεχόμενο και μια νέα διάσταση και κυρίως με οδηγούσε σε νέες αναζητήσεις. Γιατί απαντούσε μέσα μου στο βασικό ερώτημα για την ουσία και τον σκοπό της ύπαρξης, καθώς συνειδητοποιούσα όλο και πιο πολύ ότι είμαι ένα απειροελάχιστο όμως ενεργητικό μόριο του Σύμπαντος, αφού έχω την ιδιότητα να αντανακλώ δημιουργικά τον Νόμο της Συμπαντικής Αρμονίας και επομένως να συμμετέχω για όσο διάστημα θα υπάρχω σ' αυτή την αέναη κίνηση του διαρκούς αρμονικού γίγνεσθαι. Πριν όμως καταλήξω οριστικό σ' αυτή την βεβαιότητα, έθετα όπως οι περισσότεροι άνθρωποι ως υπέρτατο σκοπό της ζωής μου την αναζήτηση του Θεού. Δεν θυμάμαι πια την μορφή που του έδινα τότε στη φαντασία μου. Ήταν βέβαια ο Χριστιανικός Θεός, όχι όμως όπως τον περιγράφουν οι Ευαγγελιστές και η Καινή Διαθήκη.
Οφείλω εδώ να πω ότι ο πατέρας μου, φανατικός αναγνώστης και θαυμαστής της Παλαιάς Διαθήκης, με προσηλύτισε σε τέτοιο βαθμό, που όταν επί τριαντατρείς μέρες πολεμούσα με το όπλο στο χέρι στη μάχη του Δεκέμβρη στα 1944, είχα μαζί μου την Βίβλο και μάλιστα μη βρίσκοντας χαρτί σημείωνα καθημερινά το ημερολόγιο του πολέμου στις σελίδες εκείνες, όπου τα τυπωμένα κείμενα, ειδικά του Δαυίδ και του Σολομώντα, αφήνουν μεγαλύτερα λευκά περιθώρια! Όμως ομολογώ ότι με φόβιζε ο Θεός του Ισραήλ, ο οποίος απαιτεί από τον άνθρωπο απόλυτη πίστη και τυφλή υπακοή, έτσι ώστε η παρουσία του να είναι ολοκληρωτική και καταλυτική χωρίς να αφήνει περιθώρια ανεξαρτησίας και ελεύθερης βούλησης.
Αναζητούσα έναν Θεό χωρίς συγκεκριμένη μορφή και υπόσταση με τη βοήθεια του ποιητικού λόγου και της μουσικής. Το συμφωνικό έργο που ξεκίνησα να συνθέτω από τις αρχές του 1943 έως ένα μήνα μετά τα Δεκεμβριανά, τον Ιανουάριο του 1945, το ονόμασα Συμφωνία αρ. 1 και ήταν γραμμένο για τετράφωνη Χορωδία, Ορχήστρα εγχόρδων και σολίστ. Υπήρχε επίσης και ένας Αφηγητής που ξεκινούσε με λόγια που θα γινότανε έννοιες-κλειδιά στη θεωρία μου:
Το πιο ψηλό σκαλί της ευτυχίας θα φτάσεις
όταν δέσεις τη Μνήμη στο Ανύπαρχτο
ki όταν λυτρωμένος από τη φθορά
ζητήσεις την ακινησία της Αιωνιότητας.
Αυτό πού κρύβεται πίσω από το Φως!
Το πρόσωπό σου θα πάρει τότε
τη σύσπαση εκείνη των Αθανάτων
κι όλα θα ησυχάσουν και θα σιωπήσουν
ενώ η μεγάλη φωνή του θριάμβου
θα 'χει υψωθεί σ' έναν ήχο ασύλληπτο σαν Σιωπή.
Ευθύς μετά αρχίζει εναγώνια αναζήτηση του Θεού. Αυτή την αποστολή την αναλαμβάνει η χορωδία δηλαδή ο αρχαίος χορός. Ξεκινώ από το Σκοτάδι, την πιο μυστηριακή και συνάμα φοβερή, απειλητική και αινιγματική κατάσταση που μας τριγυρίζει και που προσωπικά δεν συμφιλιώθηκα μαζί της ποτέ:
- Ω Πνεύμα θείο του Σκότους
στάλαξε λήθη στην φλογισμένη ψυχή
των ταπεινών (...)
Όλα ζουν από Σε - όλα ζούνε για Σε.
Μες στα βάθη του Απείρου σε ζητάμε
στης καρδιάς μου τα σκοτάδια σε γυρεύω, Θεέ.
Ακολουθεί η αναζήτηση στη Φωτιά και στο Φως:
Δώσε φλόγα στην ψυχή (....)
Ξύπνα μ' ένα κύμα φλόγας
τα σκοτάδια του Νου τα φριχτά (....)
Χύσε φωτιά! Δώσε στον Νου φτερά (....)
Φέρε Φως! Φέρε Φως!
τη Φωτιά που μας μεθά.
Εδώ υπάρχουν δύο έννοιες-κλειδιά: Η Φωτιά και η Μέθη. Το 'Απειρο και ο Διόνυσος. Γιατί το 'Απειρο; Ο επιφανής Πυθαγόρειος Φιλόλαος πίστευε ότι οι πλανητικές αποστάσεις έπρεπε να μετρούνται με βάση το «κεντρικό πυρ». Η Φωτιά επομένως γι' αυτόν έρχεται πρώτη. Γιατί αυτή είναι η Πηγή του Φωτός και ο βασικός τρόπος ενέργειας του Απόλυτου. Τέλος η Φωτιά, όπως και η Μουσική, πάντοτε κατά τον Φιλόλαο, είναι δώρα προς τον 'Ανθρωπο.
Καθώς λοιπόν η Φωτιά ξαναζεσταίνει όσα υλικά αντικείμενα έχουν φυτρώσει και αναπτυχθεί κρύα, το αποτέλεσμα που ακολουθεί είναι να αποστάζεται και να βγαίνει απ' αυτά, σε κάποιο στάδιο της αλλαγής, ένα καθαρό απόσταγμα. Απ' την πλευρά της η Μουσική ως αντίγραφο επί της γης του πλανητικού (συμπαντικού) ήχου, προκαλεί μιαν επιστροφή δια μέσου της αντήχησης που δημιουργείται. Με την λέξη «επιστροφή» εννοεί προς την καθαρότητα, προς το καθαρό πνευματικό επίπεδο. Όπως ακριβώς και η Φωτιά, που προκαλεί καθαρότητα.
Μέσα στην Συμφωνία αρ. 1 κάνω λόγο και για την Ψυχή:
ΧΟΡΟΣ:
Σε αναζήτησα μέσα στην καθαρτήρια
αναλαμπή της Φλόγας
και μέσα στις φωτεινές πτυχές
της Σκέψης και της Σοφίας.
Ό,τι όμως νόμιζα πως ήσουν Εσύ
δεν ήταν παρά ένα ξεγέλασμα
της ίδιας μου της Φαντασίας.
Τώρα απομένω ανίκανος κι ανίδεος
χωρίς να γνωρίζω εκείνο
που οφείλω να κάνω
κι η Ψυχή μου απομένει
γυμνή και μόνη.
ΦΩΝΗ:
Η Ψυχή μου γυρεύει το Φως.
Οι Πυθαγόρειοι είχαν εξερευνήσει και συνδέσει την αρμονική τους θεωρία των πλανητικών σφαιρών με τη Μουσική και με την Ψυχή. Η σχέση ψυχής και πλανητών κατ' αυτούς, ανάγεται σε μια ανώτερης μορφής εσωτερική κατάδυση, σε μια αστρική περιπλάνηση στις ρίζες του όντος, εκεί όπου η τραγική αγωνία του ανθρώπου μπροστά στην αδυναμία του να συλλάβει το ασύλληπτο του Απείρου μετατρέπεται σε πόνο από τον οποίο επιδιώκει να απολυτρωθεί με την πνευματική ικεσία και την ψυχική έκσταση. Μ' αυτόν τον τρόπο η πυθαγόρεια προοπτική αναγωγής της ψυχής στη σφαίρα της πνευματικότητας αποσπάται από το ιδεώδες του ελληνικού ορθολογισμού και καταλήγει στον χώρο της Μαγείας. Όμως καθ' ημάς η υπέρβαση του συγκεκριμένου ορθολογισμού μας οδηγεί σε ένα άλλο επίπεδο πνευματικότητας, την διονυσιακή υπέρβαση που ήρθε σαν αναπόσπαστο συμπλήρωμα της απολλώνιας συμμετρίας μέσα στην οποία αποκρυσταλλώνεται η έννοια του αισθητικά Ωραίου.
Πιστή αντανάκλαση της Συμπαντικής Αρμονίας βρίσκω στην αρμονική συνύπαρξη και μέθεξη μεταξύ Απολλώνιου και Διονυσιακού πνεύματος. Το αποτέλεσμά της τόσο στον τομέα της σκέψης και της φιλοσοφίας όσο προ παντός στον τομέα της τέχνης, αποτελεί ίσως το τελειότερο πρότυπο της λειτουργίας του Νόμου της Συμπαντικής Αρμονίας μέσα στην ανθρώπινη δημιουργία.
Ο Απόλλων υπήρξε ο κατ' εξοχήν Θεός των Ελλήνων. Πίσω από την αναζήτηση και κατάκτηση του Ωραίου υπάρχει η τάση προς το Απόλυτο και η κυριαρχία των Καθαρών Ιδεών. Τα στοιχεία αυτά όμως συνέτειναν στην απογείωση από την αλήθεια της σάρκας και των αισθήσεων, που από έναν άλλο δρόμο οδηγούν στον ψυχικό εξαγνισμό και στην ψυχική κάθαρση. Και από κει στην θεία Μέθη με την υπέρβαση του συμβατού και την κατάκτηση μιας καινούριας πνευματικότητας, σημαδεμένης με το πυρακτωμένο σίδερο του τραγικού. Αυτό το μέγα έλλειμμα ήρθε να συμπληρώσει ο Διόνυσος επιβάλλοντας το δικό του «αληθές».
Ας δούμε όμως ποιο και τι είναι το διονυσιακό Αληθές. Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν τον Διόνυσο ισότιμο με τον Απόλλωνα και γ' αυτό το δελφικό έτος ήταν μοιρασμένο σε δύο ίσα μέρη σ' αυτούς τους δύο θεούς, τον Απόλλωνα και τον Διόνυσο.
Ο μύθος θέλει τον Διόνυσο να είναι ο πρώτος που γεύτηκε τον καρπό της αμπέλου, τον οίνον και μέθυσε. Έτσι το στοιχείο της μέθης προστίθεται στη ζωή των ανθρώπων. Ο Έρωτας, τα όργια και η μέθη γίνονται σύμβολα της ενθουσιαστικής ζωτικότητας και της αενάου δημιουργίας.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο διονυσιασμός ως κοσμοαντίληψη ολοκληρώνεται μετά την επιστροφή του Βάκχου από την Θράκη, την Λυδία και την Φρυγία. Απ' όπου περνά ο Διόνυσος, οι Έλληνες παραφέρονται οδηγημένοι από οργιαστικές επιθυμίες.
Το πρώτο στοιχείο αυτής της νέας λατρείας ήταν να ανυψωθεί η ψυχή στο επίπεδο του ενθουσιασμού. Για τον σκοπό αυτόν χόρευαν με όλο τους το σώμα, με κινήσεις γρήγορες, κοφτές και ασύμμετρες, ενώ συγχρόνως τραγουδούσαν βγάζοντας ήχους διαπεραστικούς. Κάποτε απ' αυτές τις άναρθρες κραυγές προέκυψαν οι Ωδές προς τον Τράγο -που ήταν μια από τις μεταμορφώσεις του Βάκχου, δηλαδή Ωδή στον Τράγο ίσον Τραγωδία. Ωδές που έγιναν η βάση για την γένεση της Τραγωδίας και την ανακάλυψη του θεάτρου.
Ας φανταστούμε μια τέτοια πομπή «Μαινάδων» να καταλήγει στις τριήμερες γιορτές που ονόμαζαν ΕΠΙΦΑΝΙΑ του Διονύσου. Οι Μαινάδες που συμβολίζουν την ερωτική διέγερση, προχωρούν μέσα στα δάση κρατώντας στο ένα χέρι δαυλό για να φωτίζουν και στο άλλο άγρια κλαδιά. Η νύχτα γύρω τους είναι πλανητική, όπως την περιγράφει ο μύθος. Μερικές κρατούν μουσικά όργανα, αυλούς και τύμπανα, άλλες υψώνουν φαλλούς. Παίζουν μουσική, τραγουδούν και χορεύουν. Η οργιαστική ατμόσφαιρα που δημιουργούν τις οδηγεί σε έκσταση. Στις μυστικές τελετές που ακολουθούν, συμμετέχουν μόνο οι μυημένοι και οι απόλυτα αφοσιωμένοι στον Διόνυσο. Η ανταμοιβή τους είναι το ότι η ψυχή τους γεμίζει με αφάνταστες ηδονές και με μεθυστικές απολαύσεις φτάνοντας στην κάθαρση, στον εξαγνισμό, κατακτώντας τελικά τα επίπεδα της τελειότητας, του υπερκόσμιου βίου, με την υπέρβαση από την πραγματικότητα στη θεία μέθη! Τέλος κατά τους ορφικούς ο Διόνυσος κατέστη Θεός πάσχων, ο οποίος κατακτά την αθάνατη ευτυχία δια μέσου της λύπης και του θανάτου.
Από όσα εκθέσαμε παραπάνω προκύπτει ότι το διονυσιακό αληθές είναι το ότι η σάρκα, οι αισθήσεις και ο κόσμος των αισθήσεων κατακτούν θέση ισότιμη πλάι στο πνεύμα, στην περιοχή του έλλογου και του γνωστικού και με ό,τι άλλο χαρακτηρίζουμε πνευματικότητα.
Απόδειξη ότι ένα από τα μεγαλύτερα πνευματικά επιτεύγματα του ανθρώπου, η Τραγωδία, γεννιέται μέσα από τον δρόμο του Διονύσου, αποδεικνύοντας την αναγκαιότητα του κόσμου των αισθήσεων ως προς την ολοκλήρωση του ανθρώπου ως ηθικής και πνευματικής οντότητας.
Η ισορροπία ανάμεσα στο διονυσιακό και το απολλώνιο πνεύμα οδηγεί στην απόλυτη αρμονία που θα την βρούμε μέσα στα επιτεύγματα της ελληνικής σκέψης και τέχνης από την τραγωδία και την γλυπτική έως την αρχιτεκτονική. Έργα που κατά την άποψή μου αντανακλούν κατά τον υψηλότερο και πιστότερο τρόπο τον Νόμο της Συμπαντικής Αρμονίας.
Συνεχίζοντας τη δική μου εσωτερική κατάδυση και την αστρική μου περιπλάνηση στις ρίζες του όντος, συνειδητοποίησα με την βοήθεια της μουσικής, αλλά και του φιλοσοφικού στοχασμού, την συνύπαρξη Αρμονίας και Χάους, ως μιας πρωτογενούς Αντίθεσης, από την οποία πηγάζει η ύπαρξη και όλοι οι Νόμοι, πρόδηλοι και μυστικοί, που την καθορίζουν σε όλες της τις εκφάνσεις. Μέσα σ' αυτή την ζωοποιό και ατέρμονη αντίθεση μεταξύ Χάους και Αρμονίας, πιστεύω ότι αντανακλάται ο μύθος του Θηβαϊκού Κύκλου, με την Ιοκάστη ως την μήτρα του Χάους που γεννά, ως αντιθέσεις, τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη, οι οποίες συγκρουόμενες και αλληλοκαταστρεφόμενες οδηγούν στην αυτοκτονία και τον θάνατο της Ιοκάστης, δηλαδή στον θάνατο του Χάους, πάνω στον οποίο θα γεννηθεί η νέα Αρμονία, που όμως εμπεριέχει το σπέρμα της γέννησης ενός νέου Χάους, του Κρέοντα - Εξουσίας, που με τη σειρά του και δια της λύσεως των νέων αντιθέσεων που οδηγούν στον θάνατο της Αντιγόνης, καταλήγει στην Αρμονία με τον Οιδίποδα επί Κολωνώ. Όπου ο Σοφοκλής θα φροντίσει να τον εξαφανίσει μέσα στο ιερό δάσος του Κολωνού σαν να θέλει να διαιωνίσει αυτή την τελική λύτρωση του Οιδίποδα, σα μια ωραία αυταπάτη, ότι δηλαδή μπορεί να υπάρξει στην ανθρώπινη Μοίρα τέλος αρμονικό και αδιατάρακτο. Στην ουσία όμως, επειδή τίποτα δεν μένει σταθερό και αμετάλλαχτο, ας θεωρήσουμε την κατάκτηση αυτής της φανταστικής αρμονίας σαν ένα τέχνασμα του μεγάλου τραγικού ποιητή και σαν μια παρηγορητική προς τον εαυτό του χειρονομία εν όψει του επικειμένου θανάτου του και της προσδοκίας της αιώνιας γαλήνης που στερήθηκε στη γη.
Όμως ήδη η ύπαρξη του Κρέοντα και η ταύτιση του με το Χάος μας οδηγεί στη δημιουργία νέων αντιθέσεων που καταλήγουν στην θυσία της Αντιγόνης. Εδώ εμπλέκονται οι έννοιες της Εξουσίας και της Βίας, που ταυτίζονται με το Χάος και που γεννούν σαν αντίθεση τις έννοιες της Αγάπης και του Χρέους, που οδηγούν στη θυσία της ζωής και δι' αυτής στην κατάκτηση μιας νέας Αρμονίας. Βλέπουμε λοιπόν πόσο στενές είναι οι σχέσεις μεταξύ του Ουρανού και της Γης, μεταξύ του Συμπαντικού Χάους και της Συμπαντικής Αρμονίας αφ' ενός και της Μοίρας του Ανθρώπου αφ' ετέρου.
Αυτές οι αντιθέσεις, ξεκινώντας από το Σύμπαν και το 'Απειρο και καταλήγοντας στη Γη και τον 'Ανθρωπο, βρίσκονται σε μια διαρκή διαπάλη και σύγκρουση.
Σημειώνω εδώ τις σπουδαιότερες αντιθέσεις:
Μηδέν και 'Απειρο, Χρόνος και 'Αχρονος, Ύλη και Αντί-ύλη, Είναι και Μη Είναι, Ύπαρξη και Ανυπαρξία, Αρχή και Τέλος, Αρμονία και Χάος κλπ.
Στην Μουσική Επιστήμη υπάρχουν δυο βασικές θεωρίες: της Αρμονίας και της Αντίστιξης. Σε αντιστοιχία με τα άστρα και την κίνηση τους, στη Μουσική Επιστήμη μελετάμε την κίνηση των φθόγγων, ώστε οι μεταξύ τους σχέση καθώς κινούνται μέσα στον χρόνο και στον χώρο (διάστημα) να οδηγεί τις τυχόν συγκρούσεις - διαφωνίες σε λύσεις - συμφωνίες.
Όμως μετά τον Σένμπεργκ τη σχολή του, μερικοί συνθέτες επιλέγουν το Μουσικό - Ηχητικό Χάος σαν τη μοναδική πραγματικότητα μέσα στη μουσική σύνθεση. Η διαφορά μου μ' αυτή τη Σχολή υπήρξε και είναι ότι ως Έλληνας θέτω σαν βάση της Μουσικής μου την παραδοχή ότι βασικό γνώρισμα του ανθρώπου ως πνευματικού όντως είναι η βαθιά του εξάρτηση από τον Νόμο της Συμπαντικής Αρμονίας. Ωστόσο δεν φοβάμαι να δημιουργώ κι εγώ συνθήκες ηχητικού χάους μέσα στα μουσικά μου έργα, πάντοτε όμως σε διαλεκτική σχέση με την ηγεμονική θέση της αρμονίας, όπως μας την δίδαξαν οι αρχαίοι Έλληνες μέσα από τη Φιλοσοφία, την μαθηματική τους σκέψη, την Ποίηση, τη Μουσική, την Τραγωδία, την Γλυπτική, την Αρχιτεκτονική με αρχέτυπο τον Παρθενώνα.
Ο Γκαίτε απεκάλεσε τον Παρθενώνα «παγωμένη μουσική». Όμως για μένα ο Παρθενώνας είναι διακεκαυμένη, εκκωφαντική, ζώσα και συγχρόνως ουράνια θεϊκή μουσική. Η πιστότερη αποκάλυψη σε μάρμαρο του Νόμου της Συμπαντικής Αρμονίας. Το πρότυπο των αναλογιών του Ωραίου.
Συνεχίζω λοιπόν για τις θεωρίες της Αρμονίας και της Αντίστιξης: Η μεν θεωρία της Αρμονίας εξετάζει την στατική σχέση ανάμεσα στους φθόγγους - πλανήτες, η δε της Αντίστιξης τις σχέσεις μεταξύ δύο ή περισσότερων φθόγγων δηλαδή δύο ή περισσότερων ουρανίων σωμάτων εν κινήσει. Είναι φυσικό κατά την κίνηση αυτή μέσα στον χρόνο και στον χώρο να υπάρχουν συναντήσεις -συνηχήσεις, όχι μόνο σύμφωνες αλλά και διάφωνες. Στην δεύτερη περίπτωση, για να μην οδηγηθεί αυτή η περαστική διαφωνία σε σύγκρουση και σε ηχητικό Χάος, η τέχνη της Αντίστιξης μας διδάσκει τους κανόνες, ώστε να υπάρξουν «λύσεις» σε κάθε σύγκρουση, δηλαδή σε κάθε διάφωνη συνήχηση που να οδηγούν σε νέες αρμονικές καταστάσεις.
Η διαλεκτική σχέση «Θέση - Αντίθεση = Σύνθεση», όπως και το αντίθετο, «Θέση χωρίς Αντίθεση = Αποσύνθεση», μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί τον πυρήνα του κάθε υπαρκτού. Τον πυρήνα της ζωής και την αιτία του θανάτου. Μέσα στην Αρμονία και στη Μουσική εάν θεωρήσουμε ότι η συνήχηση μεταξύ δύο φθόγγων αποτελεί τη λύση της μεταξύ τους αντίθεσης, τότε διαπιστώνουμε ότι η Μουσική είναι η κατ' εξοχήν Τέχνη της διαρκούς εφαρμογής της διαλεκτικής σχέσης «Θέση-Αντίθεση = Σύνθεση».
Ας μου επιτραπεί εδώ να κάνω μια μικρή παρένθεση αναφερόμενος στην πολιτική μου εμπειρία. Είναι γνωστό ότι είχα πολλές και μεγάλες διαφορές με διάφορες ηγεσίες της ελληνικής και της διεθνούς Αριστεράς. Οι περισσότερες από αυτές είχαν αφετηρία την περιφρόνηση από την πλευρά τους μέσα στην πράξη αυτού του βασικού διαλεκτικού Νόμου, περιφρόνηση που οδήγησε στα γνωστά αποτελέσματα. Γιατί τι έκαναν στην ουσία οι κομμουνιστές ηγέτες και ιδιαίτερα αυτοί που ήσαν επί κεφαλής Κρατών; Αποφάσισαν να καταργήσουν τον Νόμο των Αντιθέσεων, πιστεύοντας ότι το Κόμμα μπορεί να είναι ταυτόχρονα και Θέση και Αντίθεση. Νόμιζαν ότι έτσι θα εξαφανίσουν τις πραγματικές αντιθέσεις. Όμως όσο περισσότερο πετύχαιναν στο σκοπό τους, μ' άλλα λόγια όσο περισσότερο εμπόδιζαν να εκδηλωθεί ελεύθερα η ζωτική Αντίθεση που εξασφαλίζει την δημιουργό διαιώνιση της ζωής, τόσο λιγότερο λειτουργούσε ο Διαλεκτικός Νόμος και έτσι δεν υπήρχαν πια «συνθέσεις», δηλαδή ανάπτυξη και πρόοδος, έως ότου φτάσαμε στην αποσύνθεση, δηλαδή στην καταλυτική εφαρμογή του φυσικού νόμου «Θέση χωρίς Αντίθεση = Αποσύνθεση». Κλείνω την παρένθεση.
Εδώ σημειώνω ότι οι πυθαγόρειοι πριν 2.500 και πλέον χρόνια έστρεψαν το βλέμμα τους προς τα ουράνια σώματα, τους πλανήτες αλλά και προς τους αριθμούς, προκειμένου να αντλήσουν συμπεράσματα και επιχειρήματα για την επιλογή της αρμονίας και της Μουσικής, όχι μόνο ως θεμέλιο των ανθρωπίνων σχέσεων, αλλά και ως ανάγκη, προκειμένου να ανθίσει και να προχωρήσει προς την υπαρξιακή του ολοκλήρωση το ανθρώπινο είναι.
Πρέπει να πούμε όμως ότι πριν από τους Έλληνες οι Χαλδαίοι ανακάλυψαν τις τέσσερις πρωταρχικές διαστημικές συμφωνίες που προκύπτουν από την τμηματική διαίρεση της χορδής ως κυτταρικές οδηγητικές μορφές της συμπαντικής αρμονίας. Μάλιστα συνέδεαν τις αρμονικές αυτές σχέσεις με τις τέσσερις εποχές.
Το διάστημα της 1ης (1:1, ένα προς ένα) με την 'Ανοιξη, της 8ης (2:1) με το θέρος, της 5ης (3:2) με τον χειμώνα και της 4ης (4:3) με το φθινόπωρο.
Στη Μουσική τα Διαστήματα αυτά και οι συνηχήσεις τους αποκαλούνται «καθαρά». Ακουστικά υπάρχει μια εξισορροπημένη, θα έλεγα ουδέτερη συνήχηση που δεν ενοχλεί, αλλά και που αποφεύγει να δημιουργήσει ένα οποιοδήποτε συναίσθημα.
Με άλλα λόγια ο ήχος και κατ' ακολουθίαν η Αρμονία και η Μουσική αποτελούν το μέσον για την επανασύνδεση του ανθρώπου με τα αρχέτυπα της Δημιουργίας, δηλαδή -προσθέτω εγώ- με την Συμπαντική Αρμονία και το Χάος. Οτιδήποτε γεννηθεί, κουβαλάει μέσα του τους Νόμους του Χάους και της Αρμονίας και γι' αυτό αντιδρά αναλόγως αυτού που δέχεται από την αντανάκλαση των Αρχετύπων. Και είναι εξ ίσου πιθανό να κατακτηθεί από το Χάος όσο και από την Αρμονία. Ο Πυθαγόρας πίστευε ότι η Αρμονία του Σύμπαντος πρέπει να υπόκειται στη γενική θεωρία των αριθμών. Αυτό σημαίνει ότι η Αρμονία του Σύμπαντος αντανακλάται πιστά στην εφαρμοσμένη μουσική θεωρία και πράξη, αφού η θεωρία των αριθμών ταυτίζεται με τη μουσική. Πράγματι τα εύηχα διαστήματα μιας οποιασδήποτε συνήχησης ανταποκρίνονται σε μια ιδιαίτερα απλή αναλογία αριθμών. Αυτή η αποκάλυψη ότι οι ποιοτικές διαφορές μπορεί να εξηγούνται και να ελέγχονται από τον μαθηματικό Λόγο, ήταν οπωσδήποτε πολύ σημαντική. Το διάστημα της 8ης (οκτάβας) υπήρξε το θεμέλιο και η βάση όπου δέσποζε η Αντίθεση του 'Αρτιου με το Περιττό, του Ενός με το Δύο και όπου η αντίθεση αυτή οδηγούσε στην τέλεια εναρμόνιση.
Στα 1942, αναφερόμενος για πρώτη φορά στον Νόμο της Συμπαντικής Αρμονίας, έγραφα τα εξής: (Δρόμοι του Αρχάγγελου, τεύχος 1, σελ. 98, 99).
«Τα πάντα στο Παν αποτελούν μια τεράστια αποκρυσταλλωμένη Αρμονία, καθώς στροβιλίζονται γύρω από το Ιερό Κέντρο του Κόσμου. Η τελείωση του ανθρώπου αποκτάται με την ταύτιση του μ' αυτό το κέντρο. Το Ιερό Κέντρο μας καλεί. Μας έλκει σαν τεράστιος μαγνήτης. Εμείς, όταν γνωρίσουμε τον εαυτό μας, αισθανόμαστε αυτή την ασυγκράτητη έλξη.
Η ψυχή μας έχει σαν κύρια και σωτήρια ιδιότητα την αντανάκλαση. Όταν ένα φαινόμενο δυναμικό, που όμως έχει άμεση σχέση με τους νόμους που την διέπουν, τεθεί ζωντανό μπροστά της, τότε αυτή δεν το καθρεφτίζει μονάχα παθητικά, αλλά το μιμείται δυναμικά, πλαστικά και κινείται σύμφωνα με τη δική του κίνηση. Γι' αυτό τον λόγο πρέπει να βάλουμε απέναντι της έναν άλλο κόσμο Αρμονικό.
Ποιος τον πλάθει; Η Φαντασία με τον Νου. Έτσι απέναντι στην μεγάλη, την συμπαντική αρμονία του «μεγάκοσμου» δημιουργείται ο «μικρόκοσμος».
Ο Κωστής Παλαμάς πίστευε ότι ο ρυθμός στην ποίηση – το ρυθμικό περπάτημα, όπως το λέει- συμβολίζει τον ρυθμό που κυβερνά το Σύμπαν. Εγώ, ως μουσικός, θα πρόσθετα και την Αρμονία. Δεν θέλει πολλή φιλοσοφία να συμφωνήσει ο οποιοσδήποτε έχει υψώσει το βλέμμα του στον έναστρο ουρανό και έχει δει την ρυθμική αρμονία που καθορίζει την κίνηση των άστρων. Ποιος είναι όμως ο Νόμος που τα καθορίζει όλα αυτά; Η Αρχή και το Τέλος, ο Συμπαντικός Νους; Ο Θεός; Πίστευα τότε ότι η Τέχνη είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να δημιουργήσει μέσα μας τον μικρόκοσμο, σε πλήρη αντιστοιχία με τον Κόσμο. Να μεταφέρει τον Νόμο που καθορίζει την Αρμονία του Σύμπαντος, μέσα μας. Να μας κάνει τον καθένα μας μικροσκοπικά ηλιακά και γενικά αστρικά συστήματα. Ώστε ο καθένας από μας να «κουρδιστεί» σύμφωνα με το Διάστημα που μας περιβάλλει. Να εναρμονιστεί η εσωτερική μας αρμονία με την Παγκόσμια. Και να γίνουμε έτσι μόρια ζωντανά της μίας και μόνης Αρμονίας, της Συμπαντικής. Αυτή η τελείωσή μας αντιστοιχούσε για μένα με τον υπέρτατο σκοπό της ζωής. Ειδεμή, είμαστε φρόκαλα που κινούνται τήδε κακείσε μέσα στους ανέμους της ζωής, ωσότου μεταβληθούμε σε σκόνη. Η Τέχνη, μπροστά στον νου και στην ψυχή του ανθρώπου, κάνει να κινούνται (νους και ψυχή) κατ' εικόνα και ομοίωσή της. Δηλαδή, μεταφέρει τον Νόμο που την δημιουργεί μέσα στον 'Ανθρωπο. Όμως αυτός ο Νόμος δεν είναι άλλος από τον Νόμο του Σύμπαντος, της Ολικής Δημιουργίας. Οπότε, ο μυημένος συνταυτίζεται με την Παγκόσμια Αρμονία. Ζει!».
Εδώ τελειώνει το αρχικό κείμενο μου του 1942 που έμελλε να γίνει βάση για την συνθετική μου προσπάθεια και κανόνας για την στάση μου ως πολίτη, δηλαδή η ηθική και ιδεολογική μου πυξίδα.
Η Αρμονία στους Πυθαγόρειους θεωρείται ως ενιαία και αδιαίρετη μορφή, αμετακίνητη και κυριαρχική, ένα προαιώνιο μαθηματικό σύστημα σχεδιασμένο στο 'Απειρο, με ιδεατές ακρίβειες και υπολογισμούς. Ο τρόπος με τον οποίο εποπτεύομε την ιδεατή διάσταση των πραγμάτων, εξαρτάται από τον ορισμό που δίδουμε στην Αρμονία. Σήμερα δεν νοείται να θεωρούμε ότι υπάρχει ένα και μόνο ιδεατό σημείο από το οποίο εξαρτώνται και ολοκληρώνονται όλες οι αξίες της ζωής. Το κάθε τι, από τα ουράνια σώματα έως τα άτομα και τα ηλεκτρόνια στον μακρόκοσμο και στον μικρόκοσμο βρίσκεται σε αέναη κίνηση και διαρκή ποιοτική αλλαγή, όπως υποστήριξε ο Ηράκλειτος.
Αντιθέτως ο Πυθαγόρας και οι Πυθαγόρειοι, ίσως για να ικανοποιήσουν την μεγάλη εσωτερική επιθυμία της ψυχής για την αξιολογική αποτίμηση του Ωραίου, κατέληξαν να θεωρήσουν ότι υπάρχει ένα Κέντρο ενωτικό μέσα στην φυσική πορεία των πραγμάτων. Εκεί η Αρμονία ταυτίζεται με την ιδανική εικόνα που είχαν οι αρχαίοι για την Μουσική, που την θεωρούσαν ζωτικό σημείο συνάντησης του ατομικού με το καθολικό.
Δημιουργώντας μουσική ή μαθηματικά πλάθουμε έναν κόσμο ιδανικό.
Τέλος και σε σχέση με την δική μου άποψη για την ακατανίκητη έλξη της ψυχής να ταυτισθεί με το Κέντρο της Συμπαντικής Αρμονίας, οι Πυθαγόρειοι πιστεύουν ότι αν οι ανθρωπινές μας ατέλειες μας εμποδίζουν να δούμε τον πραγματικό ουρανό, τούτο δεν σημαίνει πως θα πρέπει να πάψουμε να αποζητάμε αδιάκοπα τη συνάντηση της ψυχής με την «ουσία», τη «μυστική ένωση», αρκεί η μουσική θεωρία να παραμένει ζωντανή.
Η καλά θεμελιωμένη αριθμητική τάξη που καθορίζει τις μουσικές σχέσεις των διαστημάτων, δημιουργεί τις προϋποθέσεις και το κατάλληλο υπόβαθρο για την συνένωση του όντος με την πρωταρχική πραγματικότητα. Αυτό που αποκαλώ «Ιερό Κέντρο του Σύμπαντος».
Θα ήθελα εδώ να τονίσω για άλλη μια φορά κάτι που νομίζω ότι φαίνεται καθαρά: ότι η θεωρία αυτή για την ύπαρξη του Νόμου της Συμπαντικής Αρμονίας υπήρξε βασικά γέννημα της φαντασίας μου. Ο Νόμος της Αρμονίας όπως μπορούσε να τον αντιληφθεί κανείς από την κίνηση των άστρων και από άλλες λειτουργίες και φαινόμενα στον ζωικό και τον φυτικό κόσμο ήταν για μένα απλά βοηθητικά στοιχεία για να στηρίξουν την εσωτερική μου ανάγκη να συντονίσω τον ψυχικό και τον πνευματικό μου κόσμο με τον αρμονικό βηματισμό που μέσα από την φαντασία μου με οδηγούσε στο Σύμπαν.
Η προσωπική μου εμπειρία με τη μουσική, οι Πυθαγόρειοι, ο Ηράκλειτος, ο Αναξίμανδρος με τη θέση του για τη γένεση των αντιθέτων από το άπειρο, όλα αυτά, με οδήγησαν στην αναζήτηση της σημασίας για το τι σημαίνει «υπάρχω» - «ζω». Και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ζω και υπάρχω μόνο τότε, όταν συντονίζομαι με τον βασικό Νόμο της Συμπαντικής Αρμονίας, οπότε γίνομαι ένα υπαρκτό και δραστήριο μόριο, καθώς η ατομική και ασήμαντη καμπύλη του χρόνου που μου δόθηκε θα αξιωθεί να ενωθεί με το 'Απειρο, το Ακατανόητο, το ΕΝ, τον γαλάζιο αιθέρα και τον βόμβο των Σφαιρών.
Κατέληξα τελικά ότι επειδή μας είναι αδύνατο να συλλάβουμε την Λογική αυτού του Ακατανόητου Συμπαντικού Κέντρου είναι καλό να θεωρούμε την 'Αλογη Λογική του σαν ένα Παιχνίδι χωρίς αρχή και τέλος, χωρίς νόημα ή σκοπό.
Όλα βρίσκονται σε συνεχή κίνηση και διαρκή ποιοτική αλλαγή. Σ' αυτό συμφωνεί και ο Ηράκλειτος, που πιστεύει ότι η «καλλίτερη Αρμονία» όχι μόνο απορρέει από τα αντίθετα, αλλά και καθορίζεται από αυτά. Επομένως, πάντοτε κατά τον Ηράκλειτο, η Αρμονία καθορίζοντας το Σύμπαν ως διευθύνουσα κατάσταση των πραγμάτων, δεν είναι μόνο συμφωνία, αλλά και συμφωνία του ασυμφώνου και σύγκλιση του αποκλίνοντος.
Σε ό,τι αφορά τις δοξασίες των Χαλδαίων και άλλων λαών της Ανατολής σχετικά με την ανακάλυψη της διαστημικής αρμονίας, πρέπει να πούμε ότι οι Έλληνες προχώρησαν από τις προεπιστημονικές δοξασίες αυτών των λαών στη διατύπωση συγκεκριμένων ορθολογικών εξηγήσεων και τεκμηριωμένων φιλοσοφικών στοχασμών, έτσι που η ερμηνεία των μουσικών φαινομένων να βασιστεί επάνω σε ακριβείς τάξεις εννοιών.
Οι πυθαγόρειοι τεκμηρίωσαν μια γενική θεωρία κατά την οποία τα μουσικά διαστήματα εκφράζονται μέσα από σχέσεις Λόγων θετικών ακέραιων αριθμών. Περνώντας μια χορδή τεντωμένη ανάμεσα σε δύο σταθερά σημεία, το Α και το Β, άρχισαν να την διαιρούν σταδιακά σε δύο, τρία, τέσσερα ίσα μέρη και έτσι ανακάλυψαν ότι σε κάθε διαίρεση προέκυπταν τα «σύμφωνα» ή «καθαρά» της 8ης της 4ης και της 5ης βαθμίδας της κλίμακας (βλ. το σχήμα που ακολουθεί).
Σχήμα 1
Αυτή η κατάτμηση χορδής σύμφωνα με απλούς λόγους, 1:2, 2:3 και 3:4, πέραν των μαθηματικών σχέσεων μήκους, αντιστοιχούν απολύτως στις σχέσεις συχνότητας των αντίστοιχων φθόγγων.
Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι με τον όρο «σύμφωνο» και «διάφωνο» εννοούμε την συνήχηση των δύο φθόγγων ενός διαστήματος. Έτσι όταν συνηχούν οι παρακάτω φθόγγοι δημιουργούν «συμφωνία», δηλαδή ένα άκουσμα που το ανθρώπινο αυτί το δέχεται ευχάριστα.
Το ίδιο «σύμφωνα» συνηχούν και τα διαστήματα 6ης , μιας και η 6η δεν είναι τίποτα άλλο παρά η αναστροφή της 3ης.
Αντιθέτως το ανθρώπινο αυτί δέχεται με δυσφορία τα παρακάτω διαστήματα -συνηχήσεις και τα αποκαλεί κοινώς «φάλτσα»:
Επίσης τα διαστήματα της αυξημένης τετάρτης (που αποκαλείται «ο διάβολος στη μουσική») και της αυξημένης πέμπτης:
Το ερώτημα είναι: «Πώς καθορίζεται η ύπαρξη και η έννοια του σύμφωνου και του διάφωνου; Με ποια κριτήρια; Και με ποιες πειραματικές επαληθεύσεις; Η συνήθης απάντηση είναι «γιατί έτσι το θέλει το ανθρώπινο αυτί και έτσι το δέχεται ή το απορρίπτει η ανθρώπινη ψυχή». Γιατί όμως; Γιατί το «σύμφωνο» μας προκαλεί ψυχική ευδαιμονία και πνευματική ανάταση, ενώ αντίθετα «το διάφωνο» δημιουργεί μέσα μας αναταραχή, δυσφορία, ψυχικό αδιέξοδο και πνευματικό τραύμα; 'Αρα θα πρέπει να υπάρχει μέσα μας από την γέννηση μας ένα αρχέτυπο Αρμονίας που πάλλεται θετικά στην περίπτωση της ηχητικής συμφωνίας και αρνητικά στην περίπτωση της ηχητικής διαφωνίας (που ονομάζεται και κακοφωνία). 'Αρα η Αρμονία στη Μουσική αντιστοιχεί στην Αρμονική συνύπαρξη των άστρων και των Γαλαξιών, ενώ η Δυσαρμονία στο Χάος.
Το στοιχείο εκείνο που με γοητεύει και με φέρνει κοντά στους Πυθαγόρειους είναι το ότι και μόνο η επίμονη αναζήτηση του ιερού «γιατί», ώστε να διαφανεί η τάση προς κάποια ανώτερη διαρθρωτική μορφή, συγκροτεί από μόνη της μία υπερβατική αλήθεια, που φέρει τον άνθρωπο σε μια «ομοιωματική» σχέση με τον θεό. Δηλαδή, η αναζήτηση του Θεού μέσα από την μουσικοποιητική σύνθεση της Συμφωνίας αρ. 1 στα πρώιμα εφηβικά μου χρόνια έρχεται να συναντήσει μια φιλοσοφία που με βάση την θεωρία των αριθμών και την μελέτη των γεωμετρικών σχημάτων γίνεται όργανο και προπομπός για την υπέρβαση του παροδικού κόσμου των φαινομένων, με τελικό στόχο την ενατένιση της πραγματικής Ιδέας. Για κάποιον που αποζητά απεγνωσμένα την συνάντηση της ψυχής με την ουσία, τη «μυστική ένωση» και να δει τον πραγματικό ουρανό, η πυθαγόρεια σκέψη έρχεται να τον ενισχύσει σε μια στιγμή που νόμιζε ότι ήταν έρμαιο παραισθήσεων. «Τα πάντα στο παν» θυμίζω ότι έγραφα, «αποτελούν μια τεράστια αποκρυσταλλωμένη Αρμονία για την προετοιμασία μας γι' αυτήν την «μυστική ένωση».
Και φτάνουμε στην εκπληκτική παρατήρηση του Αναξίμανδρου για τις αποστάσεις των ουρανίων σωμάτων και την περιφορά των πλανητών γύρω από την τροχιά τους, η οποία εξαιτίας της αέναης τριβής τους με τον γαλαξιακό αιθέρα προκαλούσε έναν μουσικό βόμβο που τον ονόμασε «Μουσική» ή «Αρμονία των Σφαιρών». Είχε μάλιστα σχηματίσει μια ιδανική μουσική κλίμακα, της οποίας οι φθόγγοι ήσαν το τονικό ύψος του κάθε πλανήτη, ανάλογα με την απόστασή του από τη Γη. Αυτή την αρμονικότητα των ουρανίων σωμάτων επισημαίνει και ο Πλάτων στο τελευταίο μέρος της Πολιτείας με τη βοήθεια του μύθου του Ηρός του Αρμενίου.
Από την Αρμονία και την Μουσική των Σφαιρών έως τη δική μου αίσθηση ότι συχνά άκουγα μέσα μου έναν ακαθόριστο συντριπτικό βόμβο πριν αυτός λάβει τη μορφή της Μουσικής, δεν υπάρχει παρά ένα βήμα για να πιστέψει κανείς ότι οι δυο αυτές ηχητικές παραισθήσεις, η πρώτη η συμπαντική και η δεύτερη στα ανθρώπινα μέτρα, αποτελούσαν δυο όψεις του ίδιου νομίσματος, μονάχα που η δεύτερη δεν μπορούσε να είναι παρά η αντανάκλαση της πρώτης.
Διερωτώμαι μήπως η ικανότητα του δημιουργού να συνθέτει ένα μουσικό αρμονικό Σύμπαν στα μέτρα του ανθρώπου, είναι μια έξωθεν και άνωθεν δωρεά σε επιλεγμένα άτομα να επικοινωνούν έστω και αν δεν το συνειδητοποιούν με τον Νόμο της Συμπαντικής Αρμονίας. Παράλληλα αναρωτιέμαι μήπως υπάρχουν άλλα άτομα που επιλέγονται είτε επιλέγουν τον Νόμο του Χάους.
Βεβαίως το ιστορικό και κοινωνικό περιβάλλον, η μόρφωση και η αγωγή μπορεί να βοηθήσουν ή να αποτρέψουν τη μία κατεύθυνση ή την άλλη. Δηλαδή τίποτα δεν είναι προαποφασισμένο, μοιραίο και αναπόφευκτο. Μιλάμε για βαθύτατες και σχεδόν ανεπαίσθητες επιδράσεις, δεδομένου ότι οι σχέσεις αυτών των πιθανών συμπαντικών νόμων επί του ανθρώπου δεν έχουν αποδειχθεί. Όπως δεν έχει αποδειχθεί η Αρμονία των Σφαιρών του Αναξίμανδρου είτε η αρμονικότητα των ουρανίων σωμάτων του Πλάτωνος. Όλες αυτές οι σκέψεις είναι φυσικό να ανήκουν στη σφαίρα των ιδεών, έστω και αν μερικές φορές υπάρχουν φαινόμενα που μας προβληματίζουν κατά πόσον μερικές από αυτές επιβεβαιώνονται κάποτε στην πραγματικότητα. Περιμένω να ακούσω με αγωνία τι θα πουν οι επόμενοι ομιλητές για την θεωρία που με βοήθησε και με βοηθά να ζω, να δημιουργώ και να αγωνίζομαι. Υπάρχει, άραγε, κάποια επιστημονική μαρτυρία για τη Μουσική των Σφαιρών στο Σύμπαν; Υπάρχει, άραγε, κάποια επιστημονική μαρτυρία για το καθρέπτισμα της Συμπαντικής Αρμονίας στη Γη μας, στα διάφορα είδη, στα μικρά παιδιά του ανθρώπου;
Το να έχεις μια μυστική εμπειρία είναι ένα πράγμα. Το να την αποδεικνύεις είναι ένα άλλο.
Κατά τη διαδικασία της μουσικής σύνθεσης υπάρχουν βασικά τρία στάδια: της επώασης, της καταγραφής και της επεξεργασίας.
Κατά το στάδιο της επώασης συμβαίνουν περίεργες ψυχοσωματικές αντιδράσεις που θα πρέπει να συγκλονίζουν τον συνθέτη. Έως ότου φτάσει η στιγμή κατά την οποία η ακαθόριστη ηχητική αίσθηση που νοιώθει, πάρει μια συγκεκριμένη μουσική μορφή. Συνήθως τη μορφή μιας μελωδίας. Υπάρχει, δηλαδή, μια προς το παρόν ακατανόητη από την επιστήμη σύλληψη του εγκεφάλου, ο οποίος μόνο εάν είναι εκπαιδευμένος, μπορεί να την καταγράψει με τη βοήθεια ενός μουσικού οργάνου είτε απ' ευθείας στο πεντάγραμμο.
Η άποψη μου για τη διαδικασία αυτή είναι ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα φαινόμενο γονιμοποίησης κατά το οποίο η ψυχή που θέλει να γεννήσει μουσική προετοιμάζεται, ώστε να προκαλέσει και να δεχτεί το σπέρμα που θα την γονιμοποιήσει. Ποιο είναι αυτό το σπέρμα και από πού προέρχεται; Το γεγονός ότι όλα τα έργα της μουσικής τέχνης έχουν κοινά γνωρίσματα στη βάση τους, ανεξάρτητα από τις ιδιομορφίες που υπάρχουν μεταξύ τους στις κορυφές, δείχνει ότι κάπου υπάρχει μια ενιαία δεξαμενή μουσικής απ' όπου προέρχεται το σπέρμα της μουσικής γονιμότητας.
Είδαμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες, κυρίως οι Πυθαγόρειοι, θεωρούν ότι η αρμονία των ουρανών ταυτίζεται με την αρμονία της μουσικής Συνδυάζοντας τους 4 πρώτους αριθμούς ανακάλυψαν τα τέσσερα μουσικά διαστήματα της ταυτοφωνίας της 8ης , καθώς και της 4ης και της 5ης , που η συνήχηση τους ηχεί «σύμφωνα», δηλαδή με τρόπο που είναι ευχάριστος και αποδεκτός από το ανθρώπινο αυτί. Αυτά τα μουσικά διαστήματα, αν και πέρασαν από τότε 26 αιώνες, θεωρούνται ακόμα έως σήμερα, θεμέλια της μουσικής, τόσο της δημοτικής και της λαϊκής όσο και της έντεχνης.
Αφού λοιπόν υπάρχουν άνθρωποι που πριν τόσες χιλιάδες χρόνια έστρεψαν το βλέμμα και την σκέψη τους στον ουρανό για να αναζητήσουν την Αρμονία και την Μουσική, δεν είναι νομίζω παράλογο να τους μιμηθεί στην εποχή μας ένας κοινός θνητός. Που επί πλέον οδηγήθηκε χωρίς να το ξέρει στα ίδια συμπεράσματα μέσω της Μουσικής. Δηλαδή εάν τότε ο Ουρανός οδήγησε τον Πυθαγόρα στη Μουσική, σήμερα αυτός ο άλλος, ο κοινός θνητός, οδηγήθηκε από τη Μουσική στον Ουρανό.
'Αλλωστε από την ανάλυση της Χρυσής Τομής και από την μελέτη της πυθαγόρειας θεωρίας των αριθμών προκύπτει η ίδια λέξη: Μαγεία! Μήπως όμως αυτή η ανεξήγητη Μαγεία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αντανάκλαση της ευρύτερης συμπαντικής Μαγείας, που με τη μορφή ενός συμπαντικού αρμονικού Νόμου -αρχέτυπου, καταγράφεται στα έργα της ανθρώπινης τέχνης;
Φοβερά ερωτήματα, που ελπίζω κάποτε να βρουν απάντηση. Η Μαγεία και το Ανεξήγητο παραμένουν. Η Επιστήμη ασθμαίνουσα προσπαθεί. Ας μην ξεχνάμε όμως και ας μην υποτιμάμε το γεγονός πως υπάρχει και η Τέχνη και η Τέχνη που στοχάζεται. Μια πιο στενή συνεργασία ανάμεσα τους μπορεί στο μέλλον να προσφέρει καρπούς. Φτάνει αυτά τα αναπάντητα ερωτήματα να ερευνηθούν με ελεύθερη και ανοιχτή σκέψη. Ας μη φοβόμαστε τη λέξη «μαγεία», μιας και εξακολουθεί να γεμίζει και να ομορφαίνει τη ζωή μας το Ανεξήγητο.
Είδαμε εξ άλλου σε ποια αδιέξοδα και σε ποια ψυχική ξηρασία έχει οδηγήσει τον δυτικό άνθρωπο ο καθαρός ορθολογισμός.
Και πόσο παράξενος μου φαίνεται ο συνδυασμός αυτής της μίζερης Λογικής με την τυφλή θρησκευτική πίστη, όποια κι αν είναι αυτή, γεγονός που τείνει να γενικευτεί στα υψηλά στρώματα των δυτικών κοινωνιών. Αποδεικνύοντας απλά ότι ο Σοφός σήμερα φοβάται. Γιατί αυτή η τυφλή, όπως είπα, πίστη δεν έχει τίποτα από την υπαρξιακή και φιλοσοφική έξαρση των αρχαίων φιλοσόφων και δημιουργών που μέσω της Γνώσης και της Έμπνευσης προχώρησαν όσο μπορούσαν στην αποκωδικοποίηση του Αγνώστου, του Ανεξιχνίαστου και του Μαγικού.
Η ύπαρξη και μόνο του θαύματος της μουσικής δημιουργίας, νομίζω, ότι μας αποδεικνύει αυτή τη μυστική σχέση που προσπάθησα να περιγράψω και που ξεφεύγει από τα πλαίσια του επιστητού, για να καταλήξει σε μια μυστική περιοχή όπου βρίσκεται η πραγματική ουσία του ανθρώπου, με την έννοια και την αξία ενός ζωντανού μορίου μέσα στο συμπαντικό γίγνεσθαι, του οποίου όλοι και όλα αποτελούμε αναπόσπαστο μέρος. Με την διαφορά ότι αυτό πολύ λίγοι το γνωρίζουν.
Μίκης Θεοδωράκης
10 Μαρτίου 2006