Share |

Τετάρτη 24 Μαΐου 2023

Η Έβδομη Σφραγίδα – Ίνα τί Χρήστος Μαρσέλλος Εκδόσεις Περισπωμένη

 ΔΟΚΙΜΙΑ,ΘΕΑΤΡΟ

Η Έβδομη Σφραγίδα -Ίνα τί | Χρήστος Μαρσέλλος

Ένα δοκίμιο – σχόλιο στην ταινία «Η έβδομη σφραγίδα» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Περισπωμένη.

Το δοκίμιο «Η Έβδομη Σφραγίδα -Σχόλιο στην ομώνυμη ταινία του Μπέργκμαν- Ίνα τί» του Χρήστου Μαρσέλλου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Περισπωμένη» εμπεριέχει δύο κείμενα του συγγραφέα. Το πρώτο είναι από τη συμμετοχή του στο διήμερο αφιέρωμα στον Μπέργκμαν, που οργάνωσε το Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος για τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου σκηνοθέτη. Το δεύτερο γράφτηκε για να συνοδεύσει μια παράσταση βασισμένη στο έργο του Σταύρου Ζουμπουλάκη «Η αδερφή μου», που σκηνοθέτησε ο Περικλής Μουστάκης και παρουσιάστηκε από το Δεκέμβρη του 2019 ως το Μάρτη του 2020 στην Αγγλικανικὴ εκκλησία του Αγίου Παύλου, στο Σύνταγμα.

Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου ο συγγραφέας σημειώνει: «Τι σημαίνει ότι ο χρόνος τελειώνει, τα αποκαλυπτικά κείμενα το λένε, αλλά το λένε με εικόνες, και οι εικόνες είναι αμφίσημες, με μια αμφισημία που τείνει πάντα να απωθείται. Αν οι προφητικές εικόνες αφορούσαν πραγματικά γεγονότα, θα μπορούσαν να προβλέπουν οτιδήποτε και να μιλάνε για οτιδήποτε. Δε μιλάνε όμως για οτιδήποτε. Μιλάνε μόνο για τα έσχατα. Φέρνουν στην επιφάνεια όλα όσα η κανονική ζωή έχει απωθήσει. Γι’ αυτό και όλες οι εξωτερικές κρίσεις τις επιβεβαιώνουν. Και συγχρόνως τις διαψεύδουν, γιατί καμιά τους δεν είναι η έσχατη. Στο Μεσαίωνα ήταν ο μαύρος θάνατος, αύριο θα είναι μια οικολογική καταστροφή που θα ξανακάνει το σύμπαν αφιλόξενο, ή η συνάντηση με μια μορφή ζωής που θα αδιαφορεί για την ανθρώπινη και θα ξυπνήσει πάλι εκείνη την αρχαία αίσθηση φρίκης που χρειάστηκαν χιλιετίες για να καταπραϋνθεί. Αλλά όλα τα εξωτερικά συμβάντα είναι απλώς αφορμές. Το πραγματικό περιεχόμενο των αποκαλυπτικών εικόνων, το απωθούμενο που φέρνουν στην επιφάνεια, είναι το τέλος του κάθε ανθρώπου, ο θάνατος. Ο άνθρωπος ζει τη ζωή του υποκύπτοντας πάντα στον πειρασμό να αναβάλει τα κρίσιμα. Στην έσχατη κρίση δεν θα ανοίξουν μόνο οι τάφοι για να βγουν οι νεκροί — ή μάλλον αυτό που η ίδια η εικόνα αυτή λέει, με τον αμφίσημο πάντα τρόπο που έχουν οι εικόνες να μιλάνε, είναι ότι θα βγουν στην επιφάνεια τα θαμμένα νοήματα, αυτά που έθαβαν οι συνεχείς αναβολές.»

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Γεννήθηκε το 1968 στη Αθήνα. Σπούδασε φιλοσοφία στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και ιστορία της σύγχρονης φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Paris IV-Sorbonne, όπου υπό την εποπτεία του Jean-François Marquet υποστήριξε τη μεταπτυχιακή του εργασία (D.E.A.) με θέμα: Το πρόβλημα της γλώσσας στον Νίτσε και τον Χάιντεγκερ. Δίδαξε αρχαία ελληνικά στο Ινστιτούτο Συγκριτικής Φιλοσοφίας στο Παρίσι. Συμμετοχές σε συνέδρια φιλοσοφίας, άρθρα και διαλέξεις που είχε δημοσιεύσει μέχρι τώρα σε περιοδικά θα κυκλοφορήσουν προσεχώς σε αυτοτελείς εκδόσεις. Ζει και εργάζεται ως μεταφραστής στην Αθήνα και το Παρίσι, προετοιμάζοντας τη διδακτορική του διατριβή με θέμα «Η προθετικότητα του αισθήματος στη γερμανική φιλοσοφία» (Πανεπιστήμιο Paris Χ-Nanterre). Έργα του ιδίου στις εκδόσεις «Περισπωμένη»: Δοκίμια: «Δι’ εσόπτρου εν αινίγματι. Ο χώρος και οι χρόνος της ζωής μας μετά τον Κοπέρνικο και τον Δαρβίνο» και «Pallaksch I.Στιγμές από το θέατρο του Περικλή Μουστάκη». Μεταφράσεις: «Ingmar Bergman, Μετά την πρόβα» και «John Maynard Keynes, Οικονομικές προοπτικές για τα εγγόνια μας». Ετοιμάζεται για τα Χριστούγεννα: «Søren Kierkegaard, Σημείον αντιλεγόμενον. Ο Χριστός στο έργο του Κίρκεγκωρ [Μετάφραση-Επίμετρο]»

Info

Η Έβδομη Σφραγίδα – Ίνα τί
Χρήστος Μαρσέλλος
Εκδόσεις Περισπωμένη
Σελίδες: 64
Τιμή: 9,00€

«Επιστροφή στο Χάος» του Χρήστου Μαλεβίτση, εκδόσεις Περισπωμένη”

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Προδημοσίευση από το βιβλίο «Επιστροφή στο Χάος» του Χρήστου Μαλεβίτση, εκδόσεις Περισπωμένη” 

Οι εκδόσεις Περισπωμένη, θέλοντας να υποστηρίξουν το έργο του μεγάλου τεχνίτη του φιλοσοφικού δοκιμίου, μέσα στο οποίο υπάρχουν άπειρες στιγμές που η ζωή μπορεί να τις φωτίσει απρόσμενα, ενώ δεν υπάρχει ούτε μία γραμμή που να πρέπει κανείς να αφαιρέσει, κυκλοφορούν, για πρώτη φορά σε αυτοτελή έκδοση, το κείμενό του για την ταινία Kaos των Αδελφών Taviani. Σε επίμετρο, δύο κείμενα του Χρήστου Μαρσέλλου: «Impromptu» και «Passacaglia».

Λέγει ο Λουΐτζι στη μάνα του: «Εκατό φορές μού είχες πει για κείνο το ταξίδι. Εκατό φορές πάσχισα να γράψω γι᾿ αυτό… Μα δεν τα κατάφερα».
Ενώ τις άλλες ιστορίες που είχε ακούσει στο χωριό του τις έγραψε όλες σε διηγήματα, αυτή την ιστορία του ταξιδιού, μολονότι την άκουσε εκατό φορές, δεν μπόρεσε να τη γράψει. Και συμπληρώνει : «Κάτι μου διαφεύγει…».
Αυτό το έσχατο «κάτι» διαφεύγει στον άνθρωπο. Μόνο σε προνομιακή στιγμή (αν του τύχει και τούτη στη ζωή του, διότι μπορεί και να μη τού τύχει) θα συλλάβει αιφνίδια το απερινόητο νόημά του και την ακατάβλητη γοητεία του. Είναι το νόημα και η γοητεία της χαμένης πατρίδας του ανθρώπου, είναι ο απωλεσμένος παράδεισος. Ο Λουΐτζι είχε ψυχανεμιστεί τη σημασία αυτού του «κάτινος» που του διέφευγε. Κι᾿ ωστόσο σε ολόκληρη τη μέχρι τώρα ζωή του δεν μπόρεσε να συλλάβει αυτό το «κάτι» που υπήρχε στο βάθος αυτής της ιστορίας της μητέρας του. Έπρεπε να διασχίσει τη ζωή, όπως τη διέσχισε και ο Οδυσσέας, και ύστερα έπρεπε (δια του οντολογικού ύπνου) να ξημερώσει σε άλλο «τόπο», ώστε σιγά-σιγά και κατά αναβαθμούς να φτάσει εν τέλει σε εκείνη την απρόσιτη ακρώρεια της ευαγγελισμένης υπάρξεως. Ιδού που πλησιάζομε. Αρχίζει η νεκρή μητέρα τη διήγηση: «Δεκατριών χρόνων ήμουνα όταν ξεκινήσαμε…».
Πρόκειται για μια ιστορία του κόσμου τούτου. Είναι όμως τόσο διαφανής, που φαντάζει σε όλο το κρυφό μυστήριό του ένας άλλος κόσμος, ο κόσμος της φανερώσεως του μυστικού, που σε όλη του τη ζωή ο Λουΐτζι δεν μπορούσε να τον πλησιάσει. Και τον πλησιάζει τώρα, ύστερα από την Οδύσσειά του, στον κόσμο, στο τελευταίο του ταξίδι, από την αφήγηση της πεθαμένης μάνας του, ως κάτι που συνέβη στο παρελθόν, αλλά είναι αείποτε παρόν — όσο και δυσπρόσιτο.
«Σαλπάραμε —συνεχίζει η Μάνα— με μια μεγάλη ψαρόβαρκα προς το άγνωστο, προς τη Μάλτα…». Η εξορία, λέγει η μητέρα, είναι κακή τύχη, η μάνα που κλαίει, τα παιδιά που χάσανε τα παιχνίδια τους, οι κίνδυνοι της διαφυγής, του ταξιδιού, η απογοήτευση… Και συνεχίζει: «Αυτό σημαίνει εξορία. Μα σήμαινε και εκείνο το ταξίδι στη θάλασσα. Το κόκκινο πανί στη θάλασσα και τίποτε ολόγυρα…».
Όλα όμως αυτά ηχούν διπλά. Η δεύτερη αντήχηση, η οποία επιστρέφει από τα ιστορικά δεδομένα, είναι σα να λέγει: αυτό σημαίνει να ζεις στον κόσμο· είσαι εξόριστος, μακριά από την οντολογική σου πηγή. Ταξιδεύεις στο χρόνο, αλλά και στην αιωνιότητα. Άπτεσαι του τόπου, αλλά και της ουτοπίας.

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Χρήστος Μαλεβίτσης (1927-1997) γεννήθηκε στην Καλοσκοπή της Παρνασσίδος. Λόγω του επαγγέλματος του πατέρα του, ο οποίος ήταν σιδηροδρομικός, ως μαθητής Δημοτικού έζησε στην Ξάνθη και στην Έδεσσα κατά τα χρόνια του Γυμνασίου, πριν επιστρέψουν οικογενειακώς στην πατρίδα τους κατά τη διάρκεια της Κατοχής (1943). Την περίοδο 1946-1950 σπούδασε στην Ανωτάτη Εμπορική Σχολή στην Αθήνα και ως φοιτητής έκανε την εμφάνισή του στα γράμματα δημοσιεύοντας ποίηση με το ψευδώνυμο Φρίξος Ζαγγανάς. Από το 1958 και για 35 χρόνια εργάστηκε στο Υπουργείο Συντονισμού, διετέλεσε Διευθυντής της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, ενώ κατά τα έτη 1960-1961 αποσπάστηκε στο Ινστιτούτο Κοινωνικών Μελετών της Χάγης και το 1966-1967 στα Γραφεία του Ο.Η.Ε. στη Γενεύη.
Η κύρια συγγραφική δραστηριότητά του άρχισε το 1965 δημοσιεύοντας το πρώτο του βιβλίο με τίτλο Προοπτικές και ένα κείμενο στο περιοδικό Εποχές. Τα επόμενα χρόνια ο Χρήστος Μαλεβίτσης θα διακριθεί ως στοχαστής κυρίως μέσω της συγγραφής φιλοσοφικών δοκιμίων και άρθρων ενώ ασχολήθηκε και με τη μετάφραση σημαντικών έργων σύγχρονων φιλοσόφων, όπως των Χάιντεγκερ, Γιάσπερς και Μπερντιάεφ. Ο Χρήστος Μαλεβίτσης από το 1974 υπήρξε βασικός συνεργάτης του περιοδικού Ευθύνη και από το 1986 και μέχρι το θάνατό του αρθρογραφούσε τακτικά στην εφημερίδα Καθημερινή.
Μετά τον θάνατό του συγκροτήθηκε ο Σύνδεσμος Φίλων Χρήστου Μαλεβίτση, ο οποίος διοργανώνει συνέδρια και εκδηλώσεις προβολής των ιδεών του και έχει επίσης κυκλοφορήσει σε έντυπη και σε ψηφιακή μορφή το σύνολο των έργων του Χρήστου Μαλεβίτση. Οι σημαντικότερες από τις διακρίσεις που έλαβε για το έργο του ήταν το Βραβείο του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας το 1972, το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου το 1974, Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1978, και το Βραβείο του Ιδρύματος Κ. Ουράνη το 1990.

Τρίτη 18 Απριλίου 2023

Σκυφτοί περάσανε - Μανώλης Αναγνωστάκης


Στίχοι:  
Μανώλης Αναγνωστάκης
Μουσική:  
Αμελοποίητα


Σκυφτοί περάσανε και φύγανε, δειλοί, μ’ έναν ίσκιο στα μάτια
ούτε ένα μαντίλι ανεμίσανε —ξέραμε το χαιρετισμό τους—
Η σκόνη μπήκε στα σπίτια μας από τα πέταλα των αλόγων
φτάνουνε τόσο μικρές οι εποχές που δεν έχουν τον καιρό να φωτίσουν τη σιωπή μας.

Είναι που όλοι οι χειμώνες περάσανε και διαβαστήκαν όλα τα βιβλία
σαν τις διαβατικές γυναίκες που παραλλάζουνε τ’ όνομα.
Εμείς πιστεύουμε εκεί που ένας άλλος θα τ’ απόδιωχνε σαν ένα όνειρο κακό
σα μια νεροποντή που τον βρήκε στη μέση του κάμπου
σα μια φρικτή περιπέτεια που ξεβιδώνει το λογικό του.

Η μνήμη τους είναι το πόδι που νοσταλγεί ο ανάπηρος
είναι η σπασμένη θερμάστρα στο γεναριάτικο δωμάτιο
είναι τα φύλλα που στοιβάζονται και ξεθωριάζουν στο συρτάρι.
Ακούοντας τα παιδιά να τραγουδούν στο δρόμο ξένοιαστα
σκεφτόμουν αν αυτό στ’ αλήθεια είναι η προϋπόθεση της γαλήνης.

Μιας κάποιας ανάπαυλας με μόνη την ευθύνη της αδιαφορίας
ή μήπως όταν οι στρατιώτες επιστρέφουνε με τελευταίαν ελπίδα
ένα λευκό σεντόνι χωρίς αίμα, όταν ο ταξιδιώτης
ακούει τα μακρυσμένα βήματα του γέρικου πιστού του σκύλου.
Όμως μια μέρα φτάνουν όλα χωρίς την αρμονία της διαλογής

Δεν προφταίνουμε ν’ αγαπήσουμε έναν άνθρωπο κι ύστερα τον χάνουμε.
Πεθαίνει μια μέρα και μαθαίνεις το θάνατό του απ’ τις εφημερίδες.
Φεύγει —"τέλειωσαν όλα"— κι εσύ δεν έχεις ακόμα γνωρίσει την αρχή
ψάχνεις μια θύμηση μαζί του (το τελευταίο βράδυ που βρεθήκαμε στο καφενείο Φ...)
Δεν ξέρεις ποια ζωή σ’ αξίζει και ταξιδεύεις άσκοπα.

Α! πώς ψεύτισαν όλα! Αφήσανε στους δρόμους τα χαλάσματα δεν τα προσέχει πια κανείς
σέρνονται τα παιδιά ξυπόλυτα ούτε που τα γνωρίζουν οι μανάδες.
Στους τάφους τα λουλούδια μαραθήκανε και τα σαπίζει η βροχή
τα σπίτια χάσκουνε δίχως παράθυρα σαν κρανία ξεδοντιασμένα
δείχνουνε τις πληγές στα στήθια τους και ζητιανεύουν τα κορίτσια.

Τα κάρα βούλιαξαν στη λάσπη και πεθάναν οι αμαξάδες
κι οι μαστροποί ποιητές βουβοί τρέμαν τις νύχτες στα κατώφλια.
Μια μέρα φτάνουν όλα χωρίς την αρμονία της διαλογής.
Αξίζει τέλος να σταθείς τύψη με τύψη
—και, Θε μου, πόσος λυρισμός μέσα στο ανέκφραστο.

Κι είχα μέσα μου ακόμα τόσες εικόνες που ζητούσα
φυλαχτά τόσων πολύτιμων κρυφών αναδρομών—
Δεν το `ξερα πως ήμουν πλασμένος νά `ρθω μια μέρα
πίσω στα σκονισμένα μονοπάτια να κοιτάξω κατάματα
τη φλεγόμενη πόλη τα σωριασμένα κουφάρια στους δρόμους.

Να κλάψω κι εγώ για τους ανθρώπους που δε γνώρισα
για τις πικρές γυναίκες που δε φίλησα ποτέ μου
για τα σπασμένα χέρια των παιδιών που με κλοτσούσαν
να κάτσω στην πιο μαύρη πέτρα και να σκεπάσω
το μαραμένο μου πρόσωπο με λιπόσαρκα χέρια.

Να μάθω ξένα ονόματα και ξένες προσευχές
να κρατήσω σφιχτά στα χέρια μου λίγο χώμα θυσίας.
(Πώς θα ζήσουμε με μια κατάμαυρη σκιά στη θύμηση επάνω;
Πώς θα κοιμίσουμε τα είκοσι χρόνια μας στη θάλασσα της λησμονιάς;)
Άκουγα πάλι τη φωνή σου όταν γυρνούσα χτες από το πληκτικό νοσοκομείο.

Ανάμεσα στα βρόμικα πανιά και στα νερά τα μουχλιασμένα
πλήθος ενέδρες της ζωής παραμονεύουν την πτώση σου.
Τα ξίφη διασταυρώνονται σε ματωμένες αστραπές
ο θάνατος είναι κι αυτός μια περασμένη αφήγηση
κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει.

"Με μια κατάμαυρη σκιά...". Κι εγώ σκεφτόμουν
πεδιάδες με μαύρα άλογα και πλοία λευκά στη θάλασσα
κι εγώ σκεφτόμουν μια φευγαλέα μορφή που μου `χε γνέψει.
Δεν ξέρω αν σ’ ένα χαμένο μου όνειρο ή στα παιδικά μου χρόνια.

Πέμπτη 30 Μαρτίου 2023

Δημήτρης Πατέλης: Νίκος Μπελογιάννης: «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα». Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 1998

 


Νίκος Μπελογιάννης: «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα». Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 1998: "Η πολιτική ζωή της χώρας μας μέσα στα 120 χρόνια της ελεύθερης ύπαρξής της επηρεάστηκε σημαντικά από τις θελήσεις και τα συμφέροντα των ξένων κεφαλαιούχων και των χωρών τους. Και τα συμφέροντα αυτά ήταν πάντοτε αντίθετα με τα συμφέροντα της Ελλάδας και του λαού της. Παρ' όλα αυτά όμως, οι ελληνικές κυβερνητικές κλίκες, όταν έφταναν στο σταυροδρόμι που οδηγούσε ή στην υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της πατρίδας τους ή στην υποταγή στις επιθυμίες και στους εκβιασμούς των ξένων, προτίμησαν πάντοτε, σχεδόν χωρίς εξαίρεση, το δεύτερο δρόμο" (σελ. 363). "Τονίζω ιδιαίτερα τα εξωτερικά δάνεια γιατί η μορφή τούτη του ξένου κεφαλαίου, στάθηκε η μεγαλύτερη σε ποσότητα και η καταστρεπτικότερη... Και κοντά σε αυτό είναι πιο στενά και φανερά δεμένη με την πολιτική μας ιστορία, τα δημόσια οικονομικά και γενικότερα με την κοινωνική μας ζωή... Τα πρώτα - τα δημόσια δάνεια - μοιάζουν με την παγωνιά που μαραίνει κάθε χλωρό κλαρί. Το δεύτερο - το ιδιωτικό ξένο κεφάλαιο - μοιάζει με το κρυφό σαράκι που σακατεύει ακόμα και γίγαντες. Εκτός από αυτά, το δημόσιο δάνειο είναι που προετοίμασε το δρόμο και στον άλλον σύντροφό του" (σελ. 27). "Υστερα από το 1898, με το έμπα του καινούριου αιώνα, είχε αρχίσει για την Ελλάδα μια καινούρια περίοδος σχετικής οικονομικής ανάπτυξης. Μια μικρή βιομηχανία, η ναυτιλία, τα δολάρια που αρχίσανε να στέλνουν οι ξενιτεμένοι Έλληνες και κυρίως τα μεγάλα κεφάλαια, που συγκέντρωσαν με τις ληστρικές τοκογλυφικές τους επιχειρήσεις οι τράπεζες, όλα τούτα τα στοιχεία θα μπορούσαν να γίνουν η βάση για μια ολόπλευρη ανάπτυξη των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας και της εθνικής μας οικονομίας προς όφελος του λαού και της Ελλάδας. Λέμε όμως "μπορούσανε" γιατί πάνω από το λαό στεκόταν ο ΔΟΕ των ξένων τοκογλύφων και των ντόπιων αστοτσιφλικάδων, που έστυβε πια και ξεζούμιζε μόνιμα και συστηματικά τη χώρα καταδικάζοντάς τη να μαραζώνει" (σελ. 154).
Παραθέτω τον πρόλογο από τις Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 1998: "Δεν είναι ευρύτερα γνωστή η επιστημονική ενασχόληση του Νίκου Μπελογιάννη με τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, της οικονομίας και της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Το κενό ήρθε να καλύψει η έκδοση της μελέτης του, το 1998, από τη «Σύγχρονη Εποχή»: «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα» που είναι αφιερωμένη στα 80χρονα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας. Η έκδοση του βιβλίου του Νίκου Μπελογιάννη δεν αποτελεί απλώς φόρο τιμής στο συγγραφέα αλλά και εκπλήρωση ενός χρέους προς αυτή την ηγετική κομμουνιστική μορφή που αναδείχθηκε από τα σπλάχνα του ΚΚΕ. Μετά από μισό αιώνα εκπληρώθηκε η επιθυμία του ίδιου του Νίκου Μπελογιάννη. Από το κελί του μελλοθανάτου στις 12/3/1952, γράφει: «Η ανάπαυλα του 1945 μου έδωσε τη δυνατότητα να συνεχίσω διάφορες μελέτες μου και να τελειώσω και δύο βιβλία μου: «Η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας» και «Η ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας», που όμως είναι και τα δύο ανέκδοτα, γιατί οι νέοι διωγμοί εμπόδισαν την έκδοσή τους». Οι διώξεις, η συμμετοχή του στην Αντίσταση, στο Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, οι φυλακίσεις και τελικά η εκτέλεσή του, δεν του έδωσαν τη δυνατότητα να αναδείξει όλες τις διανοητικές επιστημονικές ικανότητες που διέθετε. Ο Νίκος Μπελογιάννης αγωνίστηκε και υπερασπίστηκε τη μαρξιστικο-λενινιστική θεωρία και ιδεολογία. Στην απολογία του δήλωσε: «Εμείς πιστεύουμε στην πιο σωστή θεωρία που διανοήθηκαν τα πιο προοδευτικά μυαλά της ανθρωπότητας. Και η προσπάθειά μας, ο αγώνας μας είναι να γίνει η θεωρία αυτή πραγματικότητα για τηνΕλλάδα και τον κόσμο ολόκληρο». Τον καιρό που γραφόταν το βιβλίο, η Ελλάδα μόλις είχε βγει από τον πόλεμο με μεγάλες καταστροφές και θύματα. Η Αγγλία είχε επέμβει στρατιωτικά. Το ΚΚΕ στο 7ο Συνέδριο είχε προβάλει πρόγραμμα ανόρθωσης και κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης ως πρόγραμμα της Λαϊκής Δημοκρατίας. Όμως για να αποτραπεί η εξέλιξη προς αυτή την κατεύθυνση, έγινε η ιμπεριαλιστική επέμβαση της Αγγλίας και των ΗΠΑ. Ο Νίκος Μπελογιάννης μελέτησε τα νεοελληνικά προβλήματα έχοντας αφομοιώσει βαθιά τη μαρξιστική λενινιστική θεωρία. Με επιστημονική γλαφυρή γλώσσα, με αυστηρές εκτιμήσεις και τεκμηριωμένα επιχειρήματα, αποκάλυψε το ρόλο του ξένου κεφαλαίου, τη διαπλοκή του με το ντόπιο κεφάλαιο και τις αρνητικές επιπτώσεις για το λαό. «Η πολιτική ζωή της χώρας μας», σημειώνει στο βιβλίο του, «επηρεάστηκε σημαντικά από τις θελήσεις και, τα συμφέροντα αυτά ήταν πάντοτε αντίθετα με τα συμφέροντα της Ελλάδας και του λαού της». Ιδιαίτερη έμφαση δίνει ο Ν. Μπελογιάννης στο ρόλο και τις επιπτώσεις του εξωτερικού δανεισμού, ως μορφή απομύζησης παραγομένου από τον εργαζόμενο ελληνικό λαό πλούτου, από το ξένο κεφάλαιο. Την ανάλυσήτου την αναπτύσσει ιστορικά ξεκινώντας από τα πρώτα λεγόμενα δάνεια ανεξαρτησίας, φτάνοντας μέχρι το δανεισμό του 1940. Περιγράφει τους σκοπούς των δανειστών, τους ληστρικούς όρους με σκοπό την αποκόμιση κερδών και δίπλα σε αυτά την οικονομική και πολιτική εξάρτηση. Υπογραμμίζει ότι τα λεγόμενα δάνεια ανεξαρτησίας, τάφαγαν σχεδόν στο σύνολό τους οι ξένοι τοκογλύφοι και οι ντόπιοι αστικο-κοτζαμπάσηδες. Από το λεγόμενο δάνειο του Οθωνα του 1833 για την Ελλάδα δε διατέθηκε ούτε ένα μονόλεπτο. Στο βιβλίο υπάρχει αναφορά και στον εσωτερικό δανεισμό και στο ρόλο της Εθνοτράπεζας. Στο μεταίχμιο του 19ου και 20ού αιώνα, ο καπιταλισμός του ελεύθερου συναγωνισμού περνά στο μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού, στον ιμπεριαλισμό. Η εξαγωγή κεφαλαίων παίζει πια τον πρώτο ρόλο σε σχέση με την εξαγωγή εμπορευμάτων. Στην Ελλάδα η διείσδυση του ξένου κεφαλαίου συνεχίστηκε και με τη μορφή των δανείων, ένα από τα οποία ονομάστηκε δάνειο «σιδηροδρόμων». Ακολούθησε το λεγόμενο δάνειο «μονοπωλίων» όπου οι ξένοι δανειστές επέβαλαν όρους ώστε να έχουν τις εισπράξεις των «μονοπωλίων» και το φόρο του καπνού. Η εξυπηρέτηση των ξένων δανείων δημιούργησε αφόρητη οικονομική κατάσταση και έτσι φτάσαμε στις 9Δεκέμβρη του 1893 όπου η χώρα βρέθηκε σε αδυναμία να πληρώνει τους δανειστές και ο Τρικούπης δήλωσε στη Βουλή: «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν». Ο Νίκος Μπελογιάννης σημειώνει ότι μετά την τραγωδία του 1897 και τη Συνθήκη που υπογράφτηκε «....τακυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας περιορίστηκαν, γιατί η Συνθήκη τούτη μας χάρισε τον έλεγχο των ξένων στα οικονομικά μας, τον περίφημο ΔΟΕ*. Βάλανε τους Τούρκους να ζητάνε 100.000.000 φράγκα αποζημίωση γιατί διαφορετικά δε θα έφευγαν από τη Θεσσαλία (σελ. 148). Και επειδή η Ελλάδα δεν είχε οικονομικά να πληρώσει τα 100 εκατομμύρια φράγκα στην Τουρκία, οι μεγάλες δυνάμεις της πρόσφεραν δάνειο υπό τον όροότι η ελληνική κυβέρνηση θα δεχθεί τον ΔΟΕ, και τον δέχθηκε!». Ο ιμπεριαλιστικός αυτός θεσμός είχε χρησιμοποιηθεί και σε άλλες εξαρτημένες χώρες και οικονομικά καθυστερημένες πχ. στην Τυνησία, Αίγυπτο, Σερβία, Βουλγαρία και Τουρκία. Το 1922 επέρχεται η Μικρασιατική καταστροφή, ως η μοιραία συνέπεια της συμμετοχής της άρχουσας τάξης της χώρας μας στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς. Ο Νίκος Μπελογιάννης γράφει: «Η Μεγάλη Ιδέα θάφτηκε στις απέραντες ερημιές και στα φαράγγια της Μικράς Ασίας, εκεί όπου έμειναν άθαφτα και άκλαφτα εκατοντάδες χιλιάδες κορμιά δυστυχισμένων παιδιών του λαού, που πολέμησαν τόσα χρόνια και πότισαν με τοαίμα τους τα αμέτρητα εκατομμύρια που κέρδισαν από τον πόλεμο οι Ελληνες αστοτσιφλικάδες» (σελ. 184).Ακολούθησαν τα επόμενα εξωτερικά δάνεια, όπως τα προσφυγικά, που συνάπτονταν μετά από έγκριση του ΔΟΕ έναντι εγγυήσεων είσπραξης εσόδων. Ο συγγραφέας εκτεταμένα περιγράφει τους οικονομικούς μηχανισμούς, τον έλεγχο, τις μηχανορραφίες των ξένων δανειστών με σκοπό να αποκομίσουν μεγαλύτερα κέρδη από τα δάνεια που χορήγησαν στα χρόνια 1924-1940. Η πολιτική της άρχουσας τάξης οδήγησε στην τέταρτη μεγάλη οικονομική χρεοκοπία το 1932. Η μεγάλη οικονομική κρίση 1929-1933 έπληξε βαθιά την ελληνική οικονομία και ιδιαίτερα τους εργαζόμενους. Επακολούθησε η δικτατορία της 4ης Αυγούστου το 1936 και ο Μεταξάς ξεκίνησε στο εξωτερικό για νέα εξωτερικά δάνεια. Ο Νίκος Μπελογιάννης σημειώνει: «Ηρθε ο πόλεμος του 1939 και οι ομολογιούχοι εξακολουθούσαν να εισπράττουν το 40%. Με τελική συμφωνία που υπέγραψε η κυβέρνηση του Μεταξά το Γενάρη του 1940, οιομολογιούχοι θα έπαιρναν από εδώ και πέρα 43%... Το καταπληκτικότερο όμως είναι ότι αυτό το 43% εξακολουθούσαν οι ομολογιούχοι να το παίρνουν ακόμα και κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου»(σελ. 255-256). Στο βιβλίο ο αναγνώστης θα βρει εκτίμηση για τα ποσά που δανειστήκαμε, τί πληρώσαμε για τοκοχρεολύσια και πόσα άλλα χρωστούσαμε ακόμη. Συνολικά η αστική πολιτική έφερε τα οικονομικά του κράτους μέσα σε 110χρόνια σε 4 μεγάλες πτωχεύσεις. Η πρώτη το 1827, η δεύτερη το 1843, η τρίτη το 1893 και η τέταρτη το 1932. Οι πτωχεύσεις δικαιολογούνταν πάντα με το επιχείρημα της «ψωροκώσταινας». Ο Νίκος Μπελογιάννης σημειώνει ειρωνικά μεταξύ άλλων για το μύθο της φτωχής Ελλάδας: «Από δεκάδες τώρα χρόνια αυτοί που κυβέρνησαν την Ελλάδα, προσπάθησαν να κάνουν όλο τον κόσμο να πιστέψει στο μύθο πως η χώρα μας είναι φτωχιά και άγονη, έχει τάχα πολλά βουνά και λίγους κάμπους» (σελ. 297). Ο Νίκος Μπελογιάννης αναφέρεται και στο διεθνές και βαλκανικό πλαίσιο. Γράφει, ότι «οι μεγάλες αντιθέσεις και ανταγωνισμοί που γεννήθηκαν ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, συγκεντρώθηκαν και εκδηλώθηκαν και στα Βαλκάνια με σκοπό την οικονομική και πολιτική κυριαρχία πάνω στην τόσο πλούσια και στρατηγικά τόσο σπουδαία χερσόνησο» (σελ. 361). Ο χώρος αυτός των Βαλκανίων που αποκαλείται «μπαρουταποθήκη» γίνεται και σήμερα πεδίο σκληρών ανταγωνισμών των ΗΠΑ, Γερμανίας, Γαλλίας και υποδεέστερων χωρών όπως η Ελλάδα, για σφαίρες επιρροής και αγορές, τους οποίους πληρώνουν οι λαοί με το αίμα τους. Από τον καιρό που γράφτηκε το βιβλίο άλλαξαν πολλά πράγματα στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Η Ελλάδα βρίσκεται σε ενδιάμεση και εξαρτημένη θέση στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Η χρηματιστική ολιγαρχία διατηρεί στενούς δεσμούς και με τα τρία ιμπεριαλιστικά κέντρα. Η άρχουσα τάξη της χώρας μας μέσαστα πλαίσια της ΕΕ μετέχει ενεργά κυρίως στη διείσδυση στα Βαλκάνια, συμμετέχει στις πολεμικές επιδρομές του ΝΑΤΟ. Το διεθνές μονοπωλιακό κεφάλαιο ελέγχει βασικούς τομείς της οικονομίας της χώρας μας. Το ελληνικό κεφάλαιο διαπλέκεται όλο και περισσότερο με τα συμφέροντα του διεθνούς μονοπωλιακού κεφαλαίου. Η αδηφαγία του κεφαλαίου, ξένου και ντόπιου, δεν άλλαξε. Δεν άλλαξε και η ληστρική ουσία του ιμπεριαλισμού. Ο Νίκος Μπελογιάννης μας άφησε μια πολύτιμη κομμουνιστική παρακαταθήκη. Να μελετάμε βαθιά και να αφομοιώνουμε τη μαρξιστική διαλεκτική μέθοδο και αντίληψη. Αυτό θα μας βοηθήσει να εμβαθύνουμε στην έρευνα και μελέτη των σύγχρονων οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων της χώρας μας. Η μελέτη αυτή είναι όπλο στον αγώνα για το σοσιαλισμό για τον οποίο πάλευε και έδωσε τη ζωή του ο Νίκος Μπελογιάννης".
Όλες οι αντιδράσεις:
Costas Tsiantis

Hermosas Melodías Para Elevar El Espíritu y Recordar - CANCIONES INMORTA...

Stamatis Spanoudakis Σταμάτης Σπανουδάκης- Μία συνέντευξη

 


Μία συνέντευξη
-Στις 20 Φεβρουαρίου θα πραγματοποιήσεις τη συναυλία που θα φέρει τον τίτλο Για Τη Σμύρνη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Τι θα περιλαμβάνει;
Μετά την συναυλία του Οκτωβρίου στο Ηρώδειο, με αφορμή τα 22 χρόνια από τη κυκλοφορία του δίσκου μου Για Τη Σμύρνη, είχα προγραμματίσει μερικές ακόμη το 2022. Λόγω ενός θέματος υγείας μου όμως παρέμεινα κάποιους μήνες στο κρεβάτι και δεν κατάφερα να τις πραγματοποιήσω όλες . Τώρα που μπήκαμε στο 23, έφυγα λίγο από τον αρχικό σχεδιασμό και έχω εντάξει πέρα από τις μουσικές του δίσκου Για Τη Σμύρνη, παλιά και νέα μουσικά κομμάτια.
Ξέρεις, ως συνθέτης προσπαθώ να αγγίξω κάτι από το αύριο.
Αλλά ο κόσμος που με στηρίζει σταθερά μέσα στα χρόνια, θέλει να παίξω και αυτά που αγάπησε. Αυτό δυστυχώς η ευτυχώς είναι και ο κανόνας για κάθε συναυλία που πραγματοποιώ.
-Να τα πάρουμε από την αρχή. Γεννήθηκες στην Αθήνα. Οι μνήμες των παιδικών σου χρόνων;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε ένα σπίτι στην οδό Σωκράτους, στην Ομόνοια λίγο μετά τον Εμφύλιο. Σε μια άλλη Αθήνα, όπου ο κόσμος είχε αρχίζει να χαίρεται που τελείωσε ο πόλεμος και όλοι έκαναν μια νέα αρχή. Μνήμες από μια νέα κοινωνία που αναγεννιόνταν από τις στάχτες της.
-Η ανάμνηση που θυμάσαι ανάγλυφα;
Θυμάμαι έντονα τη νταντά μου η οποία είχε πάντα κοντά μου την εικόνα του Άγιου Φανουρίου. Εγώ βέβαια τότε ήμουν παιδάκι, δεν καταλάβαινα πολλά για τον Θεό και τους Αγίους.
Όταν πια σε μεγάλη ηλικία πίστεψα στον Χριστό, ξαναβρήκα την αγάπη για τον άγιο Φανούριο και πολλούς πολλούς άλλους…..
-Έχεις αναφέρει σε παλαιότερη συνέντευξη ότι «για να κάνεις μεγάλα πράγματα θα πρέπει να παραμένεις παιδί, να σκαλίζεις συνέχεια. Αν δεν αγαπήσεις, δεν κάνεις τίποτα μεγάλο» Εσύ είσαι παιδί;
Είμαι σε πολλά παιδί… Δε το εννοώ με την έννοια να παιδιαρίζεις και να λες σαχλαμάρες. Όχι ότι είναι κακό. Και εγώ καμιά φορά λέω σαχλαμάρες στις συναυλίες μου. Το εννοώ με το να παραμένεις με μεγάλο δέος ως προς το αντικείμενο σου. Στη δική μου περίπτωση τη μουσική. Τη στιγμή που θα το πάρεις πάνω σου επειδή σε χειροκρότησαν, το πράγμα τελείωσε.
-Ο πατέρας σου ήταν πολιτικός μηχανικός. Ήταν σύμφωνος να ασχοληθείς με τη μουσική;
Και ο πατέρας και ο παππούς μου ο Σταμάτης. Όχι, καθόλου. Ήθελε να με κάνει πολιτικό μηχανικό και εμένα. Είχε «επενδύσει» πάνω μου ότι θα ακολουθήσω την οικογενειακή παράδοση μα αυτό που ονειρεύτηκε δεν έγινε. Δεν μπορούσα να μπω σε νόρμες και σε πλαίσια. Ήθελα να ασχοληθώ με τη μουσική. Το παράλογο δε στην άρνηση του πατέρα μου ήταν ότι ο ίδιος έπαιζε πιάνο, ακορντεόν και τραγούδαγε…
-Στα δεκαέξη σου χρόνια ο πατέρας σου έφυγε από τη ζωή. Πως ένιωσες;
Ελπίζω να μην παρερμηνευτεί, αλλά ελευθερώθηκα. Δεν εννοώ ότι ήθελα να πεθάνει. Ήμουν ο πρωτότοκος γιος του, το καμάρι του αλλά ταυτόχρονα ήμουν και αποτυχημένος στα μάτια του για τους λόγους που προανέφερα. Τον καταλαβαίνω απόλυτα και τον ευχαριστώ για τα όσα μου έδωσε. Αλλά παράλληλα, δε με κατάλαβε . Ήταν μια καταδικασμένη δυστυχώς σχέση μεταξύ μας.
-Στα 17 έκανες την επανάσταση σου και έφυγες από το σπίτι για να ακολουθήσεις τη μουσική.
Βρήκα δουλειά και αμέσως σηκώθηκα και έφυγα. Δούλευα στα νυχτερινά μουσικά κέντρα της εποχής . Συγκεκριμένα, πρώτη φορά δούλεψα παίζοντας μπάσο στην ορχήστρα του Μίμη Πλέσσα ο οποίος τότε συνεργαζόταν με τον Γιάννη Πουλόπουλο και τη Μαρινέλλα. Εκεί έμαθα πρακτικά και λαικότερη μουσική. Ήταν σχολείο ο χώρος αυτός.
-Κάπου εκεί ήταν που γνώρισες τον Λουκά Σιδερά των Aphrodite’s Child.
Βέβαια! Και τον Λουκά Σιδερά και τον Ντέμη Ρούσσο. Ο Ντέμης έπαιζε τρομπέτα και μπάσο σε άλλο συγκρότημα εκείνη τη περίοδο, λίγο πριν πάει στο Παρίσι. Ακόμη τότε δεν τραγουδούσε να φανταστείς. Έπαιζε μόνο όργανα. Ξεκίνησε να τραγουδάει γιατί ένα βράδυ αρρώστησε ο Τόνυ Πινέλι νομίζω και οι μαγαζάτορας από φόβο μη κλείσει το μαγαζί, έβαλε τον Ντέμη. Ε, αυτό ήταν! Από τότε φάνηκε η μοναδικότητα της φωνής του. Ο λόγος που ο Λουκάς και ο Ντέμης πήγαν στο εξωτερικό ήταν ο Βαγγέλης Παπαθανασίου. Ο Βαγγέλης τους έδωσε το κίνητρο, έγραφε τη μουσική και οργάνωσε το συγκρότημα.
-Πως αποφάσισες να ταξιδέψεις για το Παρίσι;
Ήταν κάπου το 1970. Τότε, είχα έναν αποτυχημένο γάμο που ήθελα να ξεφύγω οπωσδήποτε. Επιπλέον, ο Λουκάς Σιδεράς μετά τη διάλυση των Aphrodite’s Child ήρθε στην Ελλάδα και άκουσε τα κομμάτια που έγραφα. Μου πρότεινε να κάνουμε ένα σχήμα όπου θα τραγουδούσε ο ακόμη αγαπημένος φίλος μου Δημήτρης Ταμπόσης. Και κάπως έτσι, βρέθηκα στο Παρίσι. Στη συνέχεια διαλύθηκε το γκρουπ και έκανα μουσική πορεία μόνος μου. Το 1971 κυκλοφόρησα από την Polygram τον πρώτο μου δίσκο με τίτλο Beautiful Lies, σε δική μου ερμηνεία, μουσική και στίχους. Ο δίσκος απέτυχε πλήρως και έτσι αποφάσισα να πάω στην Αγγλία.
-Εκεί ήρθες σε πιο στενή επαφή με τη ροκ μουσική;
Η ροκ μουσική ήταν το μόνο πράγμα που έκανα και αγαπούσα εκείνη τη περίοδο. Και το ροκ με επηρέασε και στις μετέπειτα συνθέσεις μου. Ακόμα και σήμερα στις συναυλίες μου, μου αρέσει να παίζω ηλεκτρική κιθάρα και να πατάω πάνω σε ρυθμούς της ροκ. Στο Λονδίνο έκανα πάλι στενή παρέα, με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου. Ήταν ο άνθρωπος που θαύμαζα πολύ και ήταν μεγάλη χαρά να συνυπάρχουμε εκεί.
-Τι σήμαινε για σένα ο Βαγγέλης Παπαθανασίου
Τι να πω για τον Βαγγέλη… Ο Βαγγέλης κατάφερε να κάνει γνωστό τον δικό του ήχο σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ένας συνθέτης μεγάλης εμβέλειας ο οποίος ήταν αυτοδίδακτος, δεν είχε ιδέα πως γράφουν νότες. Δεν σπούδασε κλασική μουσική αλλά ήξερε τα πάντα για αυτήν. Φαντάσου, ότι κάποια στιγμή όταν ήταν στη κορυφή, ερχόταν σπίτι του οι κατασκευαστές ηλεκτρονικών οργάνων και πριν κυκλοφορήσει ένα synthesizer στο εμπόριο, έλεγε την γνώμη του και τους έκανε παρατηρήσεις.
-Ένα ακόμα ταξίδι που πραγματοποίησες ήταν στη Γερμανία
όπου ασχολήθηκες με τη κλασική μουσική και σπούδασες δίπλα στον Bertold Hummel. Τι αποκόμισες;
Έκλεισε ο κύκλος του ροκ στην Αγγλία και πήγα στη Γερμανία για να μάθω σωστά τη κλασική μουσική. Εκεί, όπως σωστά είπες γνώρισα τον Bertold Hummel. Καταγόταν από μια μουσική οικογένεια και ήταν ένας γλυκύτατος άνθρωπος. Ο Hummel ήταν Διευθυντής στο Ανώτερο Πανεπιστήμιο Μουσικής της Γερμανίας, στο Wurzburg, ένα Πανεπιστήμιο στο οποίο δε σε δέχονταν εύκολα. Ένας λόγος που δέσαμε ήταν ότι εγώ δεν ήξερα καλά γερμανικά και εκείνος δεν ήξερε καλά αγγλικά. Οπότε μάθαμε ο ένας από τον άλλον. Του εξήγησα ότι δεν είχα ιδέα και ήθελα να με διδάξει και να μελετήσω. Μου έδωσε κάποιες ασκήσεις, με βοήθησε και κατάφερα να συνεχίσω. Είμαι ευγνώμων και του χρωστάω πολλά.
-Στη Γερμανία βίωσες δυσκολίες λόγω των εξαρτήσεων σου σε τέτοιο σημείο που έφτασες κοντά στην αυτοκτονία. Πως οδηγείται σε κάτι τέτοιο ένας άνθρωπος;
Οι καταχρήσεις, είχαν ξεκινήσει πολύ πιο πριν, από τη δεκαετία του 60 όταν είχα πρωτοασχοληθεί με τα συγκροτήματα. Παρόλα αυτά, η μαυρίλα μου δεν είχε να κάνει μόνο με τα ναρκωτικά. Είχε να κάνει με τη προσωπική μου ζωή. Από μικρό παιδί μέχρι την εφηβεία την είχα. Η μητέρα μου οταν ήμουν 12 ετών, με πήγε σε ψυχίατρο και η διάγνωση ήταν, άγχος θανάτου. Αυτό μαζί με τα ναρκωτικά σταδιακά μέσα στα χρόνια με επιβάρυναν .
-Και μέσα σε αυτή τη μαυρίλα, τη πιο κρίσιμη στιγμή εμφανίστηκε ο Χριστός και βρήκες παρηγοριά σε Εκείνον;
Τον φώναξα στα πολύ δύσκολα και ο Χριστός εμφανίστηκε. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα ιδέα. Δεν ήμουν παραδοσιακός Χριστιανός, δεν ήξερα τα της Εκκλησίας και της Ορθοδοξίας, ούτε είχα σχέσεις με ιερείς. Όλα αυτά τα ανακάλυψα μετά.
Αφού γνώρισα τον Χριστό, στην Γερμανία, αποφάσισα να επιστρέψω στην Ελλάδα.
-Με ποιο σκεπτικό;
Γύρισα στην Ελλάδα για να μπορέσω να μιλήσω στους φίλους μου για τον Χριστό. Η μουσική έπαψε να με ενδιαφέρει. Ήθελα να διαδώσω αυτό που βίωσα. Ότι υπάρχει ο Χριστός που αγαπάει και όποτε τον χρειαστείς, θάναι πλάι σου. Πήρα λοιπόν μια κιθάρα με μια παρέα παιδιών που πίστευαν, συζητούσαμε και προσευχόμαστε. Στη συνέχεια γυρίσαμε όλη την Ελλάδα και κάναμε κήρυγμα για τον Χριστό. Σε πόλεις, σε πλατείες, σε φυλακές και σε πτωχοκομεία. Πολλοί με έβριζαν και δε με άφηναν να τους πω αυτά που ήθελα. Ήταν πολύ δύσκολο. Όμως έμαθα πολλά εκείνη την περίοδο
-Ο λόγος που προσέγγισες τη βυζαντινή μουσική;
Μέχρι τότε δεν είχα ιδέα από τη βυζαντινή μουσική. Ήξερα μόνο το ροκ και τη κλασική μουσική. Σε μία από τις ομιλίες μου για τον Χριστό , βρέθηκε ένας παππούλης και με έπιασε από το χέρι. Στη συνέχεια μου συστήθηκε ως ο Ηγούμενος της Μονής Γρηγορίου του Αγίου όρους και μου ζήτησε να πάω μαζί στο Άγιο Όρος. Τον ακολούθησα και πήγα για 15 μέρες μαζί του. Την ίδια μέρα μάλιστα... Εκεί, έζησα τις λειτουργίες και κατάλαβα τι θα πει Ορθοδοξία. Μαγεύτηκα από τους ψαλμούς και τους φωτισμένους μοναχούς. Λάτρεψα τη βυζαντινή και τους γέροντες. Είχαν αγάπη στο πρόσωπο τους. Είχαν Χριστό
-Πως συνδύασες το ροκ, τη κλασική και τη βυζαντινή μουσική;
Δεν έγινε με σκέψη. Έβγαινε μόνο του από όλα αυτά που είχα ακούσει και μελετήσει τα προηγούμενα χρόνια. Ηταν και είνα όλα, κομμάτια απ την ψυχή μου.
Όταν τέλειωσε η δεκαετία του εβδομήντα και είχα εγκατασταθεί στην Αθήνα όπως σου είπα παραπάνω, δεν ήξερα αν θέλω νάμαι μουσικός η κάτι σαν ιεροκήρυκας. Μετά από την διαμονή μου στο Άγιο όρος άλλαξα σκεπτικό. Αποφάσισα ότι έπρεπε να κερδίσω τον κόσμο με την μουσική μου πρώτα. Αυτός που με έσπρωξε ξανά στην μουσική ήταν ο Hummel ο οποίος ήρθε το 1980 να με επισκεφθεί και διαπίστωσε ότι δεν έγραφα αλλά μόνο μελετούσα. Με έφερε στα ίσια μου με τον τρόπο του και άρχισα να γράφω. Έτσι έγραψα ως πρώτο επίσημο δίσκο μου, για την ελληνική πια πραγματικότητα, το 1980 το Κύριε των δυνάμεων.
-Μεγάλο κεφάλαιο στη διαδρομή σου είναι τα τραγούδια που έγραψες για σπουδαίες φωνές όπως η Ελένη Βιτάλη, ο Γιάννης Κούτρας, ο Ντέμης Ρούσσος, η Ελευθερία Αρβανιτάκη, η Άλκηστης Πρωτοψάλτη, ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο Πέτρος Γαιτάνος, ο Μανώλης Μητσιάς και ο Γιάννης Πάριος. Με τον οποίον και το «Καλημέρα τι κάνεις», αποχαιρέτισες το ελληνικό τραγούδι για να πάς «γι άλλες πολιτείες»
Μόνη εξαίρεση ο Ρέμος με το «Πάλι απ την αρχη» και η Ιροντίνα με τίς «Νύφες»
- Νομίζω ότι για σένα το πιο σημαντικό που έχεις κάνει είναι Ορχηστρική μουσική με θέματα επηρεασμένα από την ιστορία και τη θρησκεία.
Ο δρόμος μου ήταν αυτός. Τον κατάφερα αργά με πολλές δυσκολίες και πόλεμο, αλλά χαίρομαι που τον ακολούθησαν και άλλοι.
-Όλα σου τα τραγούδια είναι σε δικούς σου στίχους, εκτός από το Έφυγες Νωρίς που ήταν σε στίχους του Αντώνη Ανδρικάκη. Δεν ήθελες να συνεργαστείς με στιχουργούς;
Με τον Αντώνη Ανδρικάκη ήταν να κάνουμε ένα δίσκο που δεν πραγματοποιήθηκε τελικά.Στη μοναδική μας συνεργασία έγραψε εκείνος τους στίχους από το Έφυγες νωρίς.Εγώ στην αρχή δεν έγραφα στίχο. Ήθελα να αφιερωθώ μόνο στη μουσική και το μερίδιο των στίχων να το αναθέσω σε στιχουργούς. Το θέμα ήταν όμως ότι με τους περισσότερους είχαμε άλλη αντίληψη στα θέματα και τη προσέγγιση. Δεν ήθελα να γράψω αμιγώς ερωτικά τραγούδια αλλά τραγούδια που να έχουν Χριστό. Και αυτό έκανα. Όλα μου τα τραγούδια είναι τέτοια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Έλα Λίγο με την Ελένη Βιτάλη που όλοι νομίζουν ότι είναι ένα απόλυτα ερωτικό τραγούδι.
-Έγραψες και μουσική και για το κινηματογράφο και συνεργάστηκες με κορυφαίους σκηνοθέτες .
Με τον πρώτο σκηνοθέτη που συνεργάστηκα ήταν ο Νίκος Παναγιωτόπουλος το 1974 στα Χρώματα της Ίριδας. Στη συνέχεια , με τον Γιώργο Κατακουζηνό, τον Σταύρο Τσιώλη, τον Γιώργο Τσεμπερόπουλο και τον Παντελή Βούλγαρη.
-Ήταν εύκολο για σένα να συνθέσεις κινηματογραφική μουσική;
Για να γράψω μουσική ήθελα να μου διηγούνται οι σκηνοθέτες την ιστορία της ταινίας που επρόκειτο να κάνουν. Όχι να μου διαβάζουν τα σενάρια. Ο καλύτερος στις διηγήσεις ήταν ο Παντελής. Άφηνα ας πούμε τον Παντελή να αφηγείται και προσπαθούσα να καταλάβω τι θα ήθελε να κάνει αν ήταν ο ίδιος συνθέτης. Και δεν είχα αντίρηση, ούτε ήμουν απόλυτος σε αυτά που έγραφα. Ήμουν ανοικτός σε οτιδήποτε ήθελαν οι σκηνοθέτες.
-Με τη σύντροφο της ζωής σου την Ντόρη είστε μαζί για πάνω από πενήντα χρόνια. Πως ισορροπήσατε για τόσα χρόνια μαζί;
Δεν έχω ιδέα. Πραγματικά. Είμαστε δύο άνθρωποι που ζούμε μέρα-νύχτα μαζί. Εγώ στο σπίτι μας γράφω και ηχογραφώ τα πάντα. Εκείνη με προσέχει. Είμαστε ευτυχισμένοι και ζούμε μαζί. Αν ήταν να χωρίσουμε , θα το είχαμε κάνει μέσα σε αυτά τα χρόνια. Η Ντόρη είναι δώρο θεού για μένα. Χωρίς εκείνη θα ήμουν μισός.
-Θεωρείς ότι έχεις αδικηθεί στην Ελλάδα;
Με ενοχλεί που έχω πολεμηθεί για τις απόψεις μου, οι οποίες έχουν παρερμηνευτεί εσκεμμένα. Πόλεμο από τους αριστερούς ενώ για το δράμα δυο αριστερών ανθρώπων στα Πέτρινα Χρόνια, τη ταινία του Παντελή Βούλγαρη έγραψα μουσική, το θέμα με τον Βασίλη Σαλέα στο κλαρίνο. Πόλεμο από διάφορους ότι είμαι ομοφοβικός ενώ συνεργάστηκα με τον Γιώργο Κατακουζηνό και έγραψα τη μουσική για τον Άγγελο, τη ταινία που περιγράφει το δράμα του ομοφυλόφιλου Χρήστου Ρούσου που δολοφόνησε τον εραστή του. Τι να πω! Σε λίγο θα βιώσουμε αυτό που είπε ο Ντοστογιέφσκι: Θα απαγορεύεται να είσαι έξυπνος για να μην προσβληθούν οι μη έξυπνοι.
-Τι είναι για εσένα η Πατρίδα;
Αυτό που κυλάει στο αίμα μου και με κρατάει ζωντανό.
-Ο Θεός;
Είναι αυτό που κυλάει σε όλη τη πλάση σαν φως.
-Η μουσική;
Το φαί μου. Αυτό που με κρατάει ζωντανό σωματικά αλλά και ψυχικά. Το δώρο για να πηγαίνω κοντά στο Θεό.
-Ο μεγάλος σου φόβος;
Ο θάνατος. Τώρα πια με την έννοια του να είμαι κοντά Του
-Αν γύριζες το χρόνο πίσω υπάρχει κάτι που θα άλλαζες;
Απολύτως τίποτα. Όλα όσα έχουν γίνει στις ζωές όλων μας είναι στο πλάνο του Θεού. Κάποιοι δεν το έχουν καταλάβει.
Θεωρώ πως είμαι από τους τυχερούς που το κατάλαβα.
-Τι άνθρωπος είναι ο Σταμάτης Σπανουδάκης;
Αλαλούμ.
-Τα όνειρα σου για το μέλλον;
Να είμαι κοντά στον Χριστό και τώρα και όταν θα έρθει η ώρα.
-Τι σου έρχεται στο μυαλό όταν λες το όνομα Σταμάτης Σπανουδάκης;
Δεν είμαι κάτι το ξεχωριστό.
Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο